Διασκεδάζουμε τραγουδώντας τον πόνο και τα βάσανα μας
Διασκεδάζουμε τραγουδώντας τον πόνο και τα βάσανα μας
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Μπορεί οι Ιταλοί να έχουν το όνομα, δηλαδή ότι τραγουδάνε ακόμα και στο μπάνιο, αλλά στην πραγματικότητα οι Έλληνες έχουμε τη συνήθεια να τραγουδάμε πάντα, όχι μόνο όταν χαιρόμαστε, αλλά κι όταν στενοχωριόμαστε κι έχουμε βάσανα.
Παλιά είχαμε πολλές κομπανίες και χορωδίες που τραγουδούσαν τον έρωτα και γενικά ευχάριστα θέματα, όπως για παράδειγμα
Εις τον αφρό, εις τον αφρό της θάλασσας, η αγάπη μου κοιμάται, παρακαλώ σας κύματα μη μού την εξυπνάτε…
Αχ, Κατερίνα, αχ βρε τσαχπίνα, μόρτικα κομμένα τα μαλλιά σου…
Χειλάκι πετροκέρασο και μάγουλο βερίκοκο…
Ένα καράβι από τη Χιό με τις βαρκούλες του τις δυο, στη Σάμο πήγε κι άραξε κι έκατσε και λογάριασε, πόσο πουλιέται το φιλί σε δύση και σ’ ανατολή…
Από την πόρτα σου περνώ, ωραία Αιγιώτισσα…
Απόψε την κιθάρα μου τη στόλισα κορδέλες και μες τις ρούγες περπατώ για τα όμορφες κοπέλες…
Στο Λευκό τον Πύργο πήρα τα φιλιά της, είχε κι ένα σπίτι στην Καλαμαριά…
Εντούτοις, τα πιο δημοφιλή μας παλιά τραγούδια, και πολλά νεότερα, είναι εκείνα που αναφέρονται σε πόνο, θλίψη, χωρισμό και απελπισία. Όπως για παράδειγμα, το κλασσικό του Βασίλη Τσιτσάνη:
«Συννεφιασμένη Κυριακή, μοιάζεις με την καρδιά μου, που έχει πάντα συννεφιά, Χριστέ και Παναγιά μου… μαύρη μού κάνεις τη ζωή και βαριαναστενάζω…»
Δύο από τους μεγαλύτερους τραγουδιστές μας, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Στράτος Διονυσίου είπαν τέτοια τραγούδια πόνου και απελπισίας, όπως για παράδειγμα,
Παίξε Χρήστο το μπουζούκι, ρίξε μια γλυκιά πενιά, η καρδιά μου είναι μαύρη απ’ τα τόσα βάσανα…
Βρέχει φωτιά στη στράτα μου, φωτιά που με έχει κάψει, για τα φτωχά τα νιάτα μου κανένας δεν θα κλάψει, η ζωή εδώ τελειώνει, σβήνει το καντήλι μου, η ψυχή σαν χελιδόνι φεύγει απ’ τα χείλη μου…
Πάντως, έχουμε έναν τρόπο τα ντέρτια και τους καϋμούς να τα πνίγουμε σε χορό και κρασί, όπως για παράδειγμα τραγουδάει ο Γιώργος Μαργαρίτης: