Η Αγία Τριάδα στο διάβα των αιώνων- Στις 4 Φεβρουαρίου 2024 συμπληρώθηκαν 300 χρόνια από την “εκ θεμελίων” ανέγερση
ΓΡΑΦΕΙ Η ΧΑΡΟΥΛΑ ΖΑΜΠΕΤΑΚΗ ΠΛΙΑΤΣΚΑ :
300 χρόνια από την ανέγερση «ναού εκ θεμελίων, αφιερωμένο στην Παντουργό Τριάδα και στην Πανάγιο και Θεοτόκο Κόρη», στη θέση της Αγίας Τριάδος.
Το κείμενο όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ¨”ΛΗΜΝΟΣ”, με αρ. φ. 1065, της 20.12.2023
Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΜΥΡΙΝΑΣ ΛΗΜΝΟΥ
ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΑΙΩΝΩΝ
Το 2015, επί τη επετείω των 150 ετών από την ανέγερση του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος, Μύρινας Λήμνου, έγινε εκτενής αναφορά στο ιστορικό, μέσα από τις σελίδες της τοπικής εφημερίδας «ΛΗΜΝΟΣ», του κου Ηλία Κότσαλη.
Όμως στις 4 Φεβρουαρίου 2024 συμπληρώνονται 300 χρόνια από την ανέγερση, «ναού εκ θεμελίων, αφιερωμένο στην Παντουργό Τριάδα και στην Πανάγιο και Θεοτόκο Κόρη», στη θέση της Αγίας Τριάδος. Στην ανατολική πλευρά, εξωτερικά της κόγχης του ιερού του σημερινού Ναού, υπάρχει εντοιχισμένη ημικυκλική πλάκα, επί της οποίας είναι χαραγμένη η επιγραφή:
«1724 Φεβρουαρίου 4.†
Τον ναόν τούτον της παντουργού Τριάδος και της παναγίου και θεοτόκου κόρης,
όντα πρότερον σεσαθρωμένον λίαν,
ο Ιωαννίκιος της Λίνδου θρέμμα και αρχιθύτης της Λήμνου,
πλείστοις πόνοις εξόδοις ιδίοις τε και των Λημνίων εις αίνον Θεού ήγειρεν εκ θεμελίων
και μνημόσυνον αυτού και των κτιτόρων».
Η επιλογή αυτής της θέσης του Ναού, όπου θα ήταν και η έδρα του Μητροπολίτη, ήταν ιδανική. Βρισκόταν στη βόρεια πλευρά της πρωτεύουσας, σε απόσταση από το κάστρο και την εν αυτώ τουρκική συνοικία ενώ, εξυπηρετούσε τους ταξιδιώτες χωρικούς που ερχόταν στο Βαρούσι ή Μποριό για τις συναλλαγές τους.
Ο Ναός όμως αυτός «κατεκρημνίσθη υπό των Οθωμανών το 1770, ότε η νήσος υπεβλήθη εις φρικαλέον φόρον αίματος, απαγχονισθέντος επί της προ της μητροπόλεως ξυλίνης τότε γεφύρας του τότε Μητροπολίτου αυτής Ιωακείμ του Χίου, 300 προκριτών σφαγέντων και άλλων αναγκασθέντων να φύγωσι, ίνα σωθώσι από της οργής των Τούρκων», μετά την αποτυχημένη υπό του Ορλώφ επιχείρηση των Ρώσων, στη Λήμνο.
Στη θέση αυτού του Ναού άρχισε να κτίζεται νεότερος, το 1835. Στη Μητρόπολη Λήμνου μάλιστα φυλάσσεται ένα χαρακτικό, τυπωμένο στο Ταϊγάνιον (Ταγκανρόκ), της Αζοφικής το 1841, όπου απεικονίζεται ένας απλός κεραμοσκεπής Ναός, ρυθμού βασιλικής, χωρίς κωδωνοστάσιο και κάποιο άλλο ιδιαίτερο γνώρισμα. Μέσα στο χώρο υπάρχουν και άλλα κτίσματα που περιφράσσονται από ένα μαντρότοιχο και μπροστά από την είσοδο διακρίνεται ένα ρυάκι και μία γέφυρα, που υποδεικνύουν τη σημερινή θέση του Ναού. Στο επάνω μέρος της χάρτινης εικόνας απεικονίζεται η Αγία Τριάδα «Πατήρ, Υιός και Αγιον Πνεύμα» ενώ στον ενδιάμεσο χώρο, ο Άγιος «Νικόλας» στα δεξιά και ο Άγιος «Χαραλάμπης» στα αριστερά. Ακολουθεί η εξής επιγραφή:
«Η παρούσα εικών, του εν Λήμνω Ναού της Αγίας Τριάδος
εχαλκοχαράχθη Δαπάνη Αντωνίου Δημητρίου, Αγγελή Γλυκή και Σωτηρίου Γλυκή
και αφιερώθη τω αυτώ Ναώ,
όπως διανέμηται τοις εν αυτώ Προσιούσι μεθ’ ευλαβείας Ορθοδόξοις Χριστιανοίς.
Εν Ταναρόγω, 1841»
Το Φεβρουάριο του 1856 εκδόθηκε το σημαντικό σουλτανικό διάταγμα Χάττι-ι-Χουμαγιούν, με το οποίο οι χριστιανοί ήσαν πλέον ελεύθεροι να κατασκευάζουν εκκλησίες, να ανεγείρουν κωδωνοστάσια, να χρησιμοποιούν τις καμπάνες για τελετουργικούς και άλλους λόγους. Το διάταγμα αυτό απετέλεσε την αφορμή να ανεγερθούν και στη Λήμνο μεγαλοπρεπείς Ναοί, με πλούσια διακόσμηση, με εξαιρετικές αγιογραφίες, αμιλλώμενοι μεταξύ τους στο μέγεθος και στη διακόσμηση.
Ο Ναός της Αγίας Τριάδος αποτελεί, έναν από τους πλέον περικαλλείς ναούς της Λήμνου, ο οποίος επί πλέον ήταν το κέντρο του χριστιανισμού της νήσου, η έδρα του Μητροπολίτου, η έδρα του ελληνισμού, ο τόπος περισυλλογής, προστασίας και παρηγορίας των Λημνίων Χριστιανών.
Σχετικά με την ανέγερση του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος, γίνεται εκτενής αναφορά στους Ιερούς Κώδικες, που φυλάσσονται στο Αρχείο της Ιεράς Μητροπόλεως Λήμνου, το περιεχόμενο ορισμένων εξ αυτών, δημοσίευσε στην τοπική εφημερίδα «ΛΗΜΝΟΣ» (Εμ. Κωνσταντινίδη), ο μακαριστός Μητροπολίτης Λήμνου, Διονύσιος, ο οποίος στις 17.10.1954 ανακοίνωσε:
«Η Ιερά Μητρόπολις Λήμνου, κατά τας δυσκόλους χρόνους της δουλείας, ήτο ο άξων, πέραν του οποίου εστρέφετο η Θρησκευτική και Εθνική ζωή του τόπου. Φυσικόν λοιπόν είναι το Αρχείον αυτής, παρά τας καταστροφάς και τας συλήσεις τας οποίας υπέστη κατά καιρούς, να έχη ενδιαφέρον και να αποτελή πηγήν, διά τον επιθυμούντα να καταγίνη ιδιαιτέρως με την ιστορίαν της Νήσου. Διά ταύτα ήρθημεν εις την απόφασιν να δώσωμεν τα με ιστορικήν τινα αξίαν έγγραφά του εις την δημοσιότητα. † Ο ΛΗΜΝΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ».
Μέσα από τα δημοσιευμένα Αρχεία (Φεβρουάριο 1954–Οκτώβριο 1958) και από άρθρα του Λήμνιου διδασκάλου Νικολάου Τηγάνη τον Απρίλιο του 1952, στην εν λόγω εφημερίδα και του ιστορικού Φιλολόγου Πάνου Φραγκέλη, μαθαίνουμε ότι καταρτίστηκαν δύο Επιτροπές, μία στο Κάστρο (Μύρινα) και μία στην Αίγυπτο, προς συλλογήν εράνων, για την ανέγερση του Ναού. Οι Πρόκριτοι (προύχοντες και δημογέροντες) αποφάσισαν να επισκευάσουν τον υπάρχοντα Ναό, (αυτόν του 1835), αλλά πολύ σύντομα αποφάσισαν να «τον ανεγείρουν εκ βάθρων». Στα Αρχεία «ευρίσκεται κατεχωρημένη η επιστολή με ημερομηνίαν 29 Μαρτίου 1861 των προκριτών του Κάστρου προς τον Μητροπολίτην Λήμνου Ιωακείμ, διά της οποίας τον παρακαλούν να καλέση τους νοικοκυραίους της πόλεως εις συνέλευσιν, ίνα συσκεπτόμενοι, αποφασίσουν περί της επισκευής του Μητροπολιτικού Ναού». Πράγματι στις 2.4.1861 πραγματοποιήθηκε Συνέλευσις, στο Πρακτικό της οποίας αναγράφεται «Έλαβον μέρος εις αυτήν 38 πρόκριτοι και απεφασίσθη, αντί της επισκευής, η εκ θεμελίων ανακαίνισις του Μητροπολιτικού Ναού.
Τα αποτελέσματα των εράνων υπερέβησαν και αυτών των ιδίων τας προσδοκίας και ανέθηκαν την χάραξιν του σχεδίου εις τον διαπρεπή Τήνιον αρχιτέκτονα Ζαχαρίαν Φιλιππότην. Ο μεν ως είρηται αρχιτέκτων αναδέχεται την εκ βάθρων ανέγερσιν και εντελή αποπεράτωσιν του Ιερού της Αγίας Τριάδος Ναού, αρχομένην από τα μέσα Μαϊου ε.ε.» Κατόπιν αυτών, «1865 Μαρτίου 14, ετέθη ο θεμέλιος λίθος. 1866 Νοεμβρίου 15, έκλεισεν ο κουμπές και ετέθη ο Σταυρός».
Οταν χειροτονήθηκε ο Μητροπολίτης Λήμνου Γεννάδιος, απεφάσισε, καθότι ο Ναός ήταν ανεπίγραφος, να εντοιχίσει άνωθεν της κεντρικής Εισόδου, μία πλάκα με την επιγραφή:
«ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΤΩΝ ΛΗΜΝΙΩΝ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΚΑΙ ΙΔΙΑ ΤΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ
ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ Ο ΙΕΡΟΣ ΟΥΤΟΣ ΝΑΟΣ ΕΠΙ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ ΙΩΑΚΕΙΜ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ.
ΕΝ ΕΤΕΙ ΣΩΤΗΡΙΩ 1865».
Αρχικά αποφασίστηκε η κατασκευή μαρμάρινου τέμπλου, σύμφωνα με επιθυμία του Σερ Τζών Αντωνιάδη. Τελικά η προσπάθεια ναυάγησε μετά από αντίδραση του Στ. Χριστοδουλίδη, καθ’ όσον, επέμενε «έχομεν άριστον τέμπλον», εννοώντας αυτό του Αγίου Νικολάου και ότι το «μαρμάρινον τέμπλον θα αποτελή ανορθογραφίαν εις πέτρινους κίονας».
Η πρόταση του Χριστοδουλίδη έγινε δεκτή και έτσι η Εκ/στική Επιτροπή αποφάσισε την χρησιμοποίηση του ξύλινου τέμπλου, το οποίο όπως τους είχαν διηγηθεί μερικοί εκλιπόντες γέροντες, μεταξύ των οποίων ο Οδ. Παντελίδης, ανήκε στον Ναό του Αγίου Νικολάου, στην ομώνυμο πλατεία της σημερινής συνοικίας Τσας και ο οποίος κατακρημνίστηκε από τους Μωαμεθανούς, γύρω στο 1724 και δεν επετράπη η ανοικοδόμησίς του. Και όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων η λύση αυτή ήταν η πιο ενδεδειγμένη, μια και το τέμπλο αυτό έχει μεγάλη καλλιτεχνική αξία. Το τέμπλο της Αγίας Τριάδος εντυπωσιάζει τους προσκυνητές για την άρτια κατασκευή του και για την ποικιλία των ξυλόγλυπτων παραστάσεων. Επειδή όμως το τέμπλο αυτό ήταν κατά δύο μέτρα μικρότερο και δεν εκάλυπτε όλη την πρόσοψη του ιερού, προέβησαν στην επέκταση αυτού, χωρίς όμως να έχουν το ίδιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.
Το μεγαλύτερο μέρος του τέμπλου κατασκευάστηκε στον 18ο αιώνα, οι επεκτάσεις στα μέσα του 19ου αιώνα και τα βημόθυρα στο τέλος του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα. Δεν υπάρχει τμήμα του τέμπλου, εκτός από τα ανοίγματα για την τοποθέτηση των εικόνων, το οποίο να μην είναι ξυλόγλυπτο, με θαυμάσιες παραστάσεις, οι περισσότερες απ’ τις οποίες αντλούν τα θέματά τους απ’ τον φυσικό κόσμο, αλλά διακοσμείται και με ποικίλα άλλα σχέδια από γεωμετρικά σχήματα, δημιουργήματα της φαντασίας. Τα πανωθωράκια, τα θωράκια με απεικονίσεις μορφών, όπως προφητών, ο κοσμήτης, οι ενδιάμεσοι πεσσίσκοι και κιονίσκοι, η επίστεψη, όλα αμιλλώνται μεταξύ τους σε συμμετρία, ομορφιά, ανωτερότητα τέχνης και τεχνικής. Και τα μεταγενέστερα βημόθυρα παρουσιάζουν την ίδια καλλιτεχνικήν αρτιότητα, αναπαριστώντας τον Αρχάγγελο Γαβριήλ και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ».
Κρεμαστά αργυρά κανδήλια τοποθετημένα μπροστά από τις τεράστιες ασημένιες παμπάλαιες εικόνες του τέμπλου αποδεικνύουν την τιμή και τον σεβασμό των πιστών. Δυο ορειχάλκινα κηροπήγια φωτίζουν το ένα το Δεσπότη Χριστό και το άλλο την βρεφοκρατούσα Παναγία, αφιέρωμα και αυτά των πιστών, γύρω στο 1950.
Το τέμπλο επιχρυσώθηκε, το 1915 με την καταβολή της απαιτηθείσας δαπάνης από τον Αντώνιο Αντωνιάδη. Αργότερα, όταν το 1949 έγιναν επισκευαστικές εργασίες στο Ναό, επιχρυσώθηκε εκ νέου, με χρήματα που κατεβλήθησαν από το Χριστοδουλίδειο κληροδότημα, λόγω της δωρεάς των 500 λιρών, που είχε αφήσει ο μακαρίτης Στ. Χριστοδουλίδης, διά διαθήκης, διά την επισκευή του τέμπλου. Στις 7.8.1949, η εφημερίδα «ΛΗΜΝΟΣ» αναφέρει: «Από τινων ημερών ήρξατο η εργασία της επιχρυσώσεως του τέμπλου του Μητ/κού Ναού της Αγίας Τριάδος δι’ ειδικού τεχνίτου, επί τούτω εξ Αθηνών μετακληθέντος.»
Τότε δημιουργήθηκε και το εξαιρετικής κεντητικής τέχνης καταπέτασμα (κουρτίνα) της Ωραίας Πύλης, το θέμα του οποίου συμπληρώνει το αρχικό ξυλόγλυπτο βημόθυρο, με την αναπαράσταση του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Έγινε αναπόσπαστο μέρος του τέμπλου επί 70 χρόνια, τα χρώματα έχουν παραμείνει ανεξίτηλα επάνω στο μπορντώ βελούδινο ύφασμα και η έννοια της αναπαράστασης του θέματος έχει αποδοθεί άριστα.
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου αποτελεί το κατ΄εξοχήν θέμα των βημοθύρων των Ιερών Ναών. Και αυτό διότι η σημασία της λέξεως, «ευ+αγγελία», αναφέρεται στη χαρμόσυνη είδηση που δόθηκε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στην Παρθένο Μαρία, για την Σωτηρία της Ανθρωπότητας, με την απάντηση της Παναγίας μας :
«Ιδού η Δούλη Κυρίου. Γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Στο εν λόγω καταπέτασμα όμως η φράση αυτή δεν είναι ορατή, διότι καλύπτεται από το ξυλόγλυπτο βημόθυρο.
Το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε γύρω στο 1950, επί αρχιδιακονίας του Πατέρα Βασιλείου Δεμερτζή, από την Λημνία Ελένη Φραγκούλη-Βίγλα, η οποία το κεντούσε όρθια, επάνω σε τελάρο και το αφιέρωσε στην Παναγία, στη μνήμη του μοναδικού της υιού, Νικολάου, ο οποίος κάηκε στην πυρκαιά του κινηματογράφου, στις 9.9.1939 στη Μύρινα. Εξ΄άλλου η κεντήστρια ήταν εγγονή του Εμμανουήλ Δανέζη, του πτυχιούχου ναυτικού και πλοιοκτήτη που έφερε με το καϊκι του, ονόματι «Μαριγώ», από την Οδησσό, την ξυλεία που θα χρειαζόταν για την εκ βάθρων ανέγερση του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος και θυγατέρα του Φράγκου Φραγκούλη, Δημογέροντα, Εκκλησιαστικού Επιτρόπου, Μέλος του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου επί Μητροπολίτου Αθανασίου και μαζί με άλλα τρία πρόσωπα, «Συμβιβαστικά, Ουδέτερα, Αξιόχρεα και Πεπειραμένα» αποτελούσαν τα Μέλη της νέας Εφορείας των Σχολών. Δυστυχώς το αφιέρωμα αυτό δεν έχει καταγραφεί στα Αρχεία της Ιεράς Μητ/ως Λήμνου, αλλά όλοι γνώριζαν ότι ήταν έργο της Ελένης Βίγλα.
Στο δίτομο έργο του Λήμνιου Γεωργίου Κωνσταντέλλη, «ΛΗΜΝΟΣ, ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ», αναφέρονται τέσσερα βημόθηρα με το ίδιο θέμα, Ιερών Ναών της Λήμνου, ήτοι: ο Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου Ρεπανιδίου, ο Ι.Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου στα Τσιμάνδρια, ο Ι.Ν. Αγίου Παντελεήμονος Μύρινας, το Παρεκκλήσι Αγίου Αποστόλου Παύλου Μούδρου.
Στο Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης, ξεχωριστή θέση έχει Βημόθυρο του 1795, (Αίθουσα 10) με αναπαράσταση στο επάνω μέρος τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και το οποίο συγκαταλέγεται μεταξύ των καλυτέρων εκθεμάτων του Μουσείου, επισημαίνοντας ότι
«Η παράσταση του Ευαγγελισμού αποτελεί το κατ΄ έξοχήν θέμα διακόσμησης βημοθύρων,
καθώς προηγείται της Ενανθρωπίσεως και της Σταυρικής Θυσίας του Χριστού, και συνδέεται με
την τελούμενη θεία Λειτουργία στο χώρο του Ιερού Βήματος».
Η εορτή των Χριστουγέννων αποφασίστηκε να εορτάζεται γύρω στον 2ο με 3ο αιώνα. Τρεις αιώνες μετά αποφασίστηκε η εορτή του Ευαγγελισμού να εορτάζεται, εννέα μήνες νωρίτερα, δηλαδή στις 25 Μαρτίου.
Το 1964, με Υπουργική Απόφαση, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 239/Β/30.6.1964 το ξυλόγλυπτο Τέμπλο χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, με τις εικόνες του, καθώς επίσης το Δεσποτικό και το Προσκυνητάριο.
Ο τ. Υπουργός κ. Ν. Σηφουνάκης, κατά την διάρκεια της θητείας του συνέβαλε στην δημιουργία στο Νομό, της Εφορίας Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων καθώς και της Εφορίας Νεωτέρων Μνημείων. Η 14η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, δυνάμει του ΦΕΚ 795/Β/25-6-2001 αποτελεί τον φορέα προστασίας του Ιερού Ναού Αγίας Τριάδος (ΥΠΠΟ/ΓΔΑ/ΑΡΧ/Β1/Φ39/ΚΗΡ/10564/309/15-6-01), ο οποίος έκτοτε έχει χαρακτηρισθεί ως μνημείο και υπάγεται στις διατάξεις του Νόμου 3028/02. Συγκεκριμένα, «η Αγία Τριάδα χαρακτηρίστηκε ως κτίριο χρήζων ειδικής κρατικής προστασίας». Στο βιβλίο του «Ναοί και Εξωκκλήσια της Λήμνου», αναφερόμενος στον Μητροπολιτικό Ναό, περιέχεται η εικόνα του τέμπλου της Αγίας Τριάδος, με το βημόθυρο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου.
Το καταπέτασμα της Ωραίας Πύλης με την αναπαράσταση του Ευαγγελισμού, το «Βημόθυρον» της Αγίας Τριάδος, όπως άκουσα να το ονομάζουν κατά την τελευταία επίσκεψή μου στο νησί, έμαθα ότι λόγω συντήρησης έπρεπε να αφαιρεθεί για λίγο καιρό. Ελπίζω, λόγω της εορτής των Χριστουγέννων και της ιδιαίτερης σημασίας αυτών των δύο χριστιανικών εορτών, να επανατοποθετηθεί στη θέση που επί τόσα χρόνια μας χαροποιεί, μας γεμίζει ελπίδες και το καμαρώνουμε.
Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός της Αγίας Τριάδος, απετέλεσε και αποτελεί την ασπίδα προστασίας της Νήσου Λήμνου και οφείλουμε και εμείς, από την πλευρά μας να τον τιμούμε ιδιαίτερα!
Χαρούλα Ζαμπετάκη Πλιάτσκα