ΕπίκαιραΕπιλεγμένα

Ένα «ποιητικό χρονικό» της εξέγερσης του Πολυτεχνείου

«Ήταν ένας ζεστός Νοέμβρης»

Ένα «ποιητικό χρονικό» της εξέγερσης του Πολυτεχνείου

μέσα από τους στίχους των ποιητών μας Δημήτρη Ραβάνη-Ρεντή και Γιάννη Ρίτσου

της Δέσποινας Παπαδοπούλου

Σήμερα, 17 Νοέμβρη 2023, συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από τον ηρωικό ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου και την αρχή του τέλους της επτάχρονης δικτατορίας του Παπαδόπουλου.

Ο Δημήτρης Ραβάνης-Ρεντής, λογοτέχνης και δημοσιογράφος (1926-1996), ήταν παρών στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973 και τα ποιήματα που περιλαμβάνει η ποιητική του συλλογή “Ρεπορτάζ από ένα ζεστό Νοέβρη” τα έγραψε εν θερμώ, εκείνες τις ημέρες. Η συλλογή κυκλοφόρησε σε πολύ λίγα χειρόγραφα αντίτυπα χέρι με χέρι, παράνομα, αμέσως μετά την καταστολή της εξέγερσης. Μετά τη μεταπολίτευση εκδόθηκε σε βιβλίο από τον Κέδρο και σε δεύτερη έκδοση το 1983 από τη Σύγχρονη Εποχή. Ακολουθούν τρία ποιήματα (η λέξη «Νοέβρης, χωρίς το «μ», είναι επιλογή του ποιητή):

 

ΕΝΑΣ ΖΕΣΤΟΣ ΝΟΕΒΡΗΣ

« …και ξαφνικά

πιάσαν οι ζέστες το Νοέβρη

καλοκαιριά

στην καρδιά του χειμώνα.

 

Ηταν οι ανάσες των παιδιών,

κοντά – κοντά,

σαν να ’ταν μια αναπνοή

κι οι ανάσες στα παράθυρα

κοντά – κοντά,

σα να ’τανε ένα μπαλκόνι η Αθήνα,

κι οι φωτιές που καίγανε στους δρόμους τα σκουπίδια,

κοντά – κοντά,

σα να ’ταν πυρκαγιά,

κι ήταν οι σφαίρες

κι ήταν το αίμα.

 

Και ξαφνικά

πιάσαν οι ζέστες το Νοέβρη

κατακαλόκαιρο

στη μέση του χειμώνα.»

 

ΧΑΡΜΟΣΥΝΟ ΓΕΓΟΝΟΣ

 

«Αυτή τη στιγμή, Έλληνες, αυτή τη στιγμή,

στην πόρτα μας σταμάτησε ένα τανκ!

Ο λοχαγός σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτησε!

Αυτή τη στιγμή, Έλληνες, αυτή τη στιγμή,

Ο στρατός είναι δικός μας,

δε θα μας χτυπήσουν!

Αυτή τη στιγμή σήκωσε το χέρι και μας χαιρέτησε

ένας λοχαγός. Δε θα μας χτυπήσουν!

Μόνο το σίδερο είναι δικό τους,

οι καρδιές είναι δικές μας. Δε θα μας χτυπήσουν.

Αυτή τη στιγμή,

αδελφώνονται στους δρόμους

πολίτες και φαντάροι,

Δε θα μας χτυπήσουν!»

 

…ένα άλλο χέρι σηκώθηκε

και διέταξε «πυρ!»…

 

 

ΟΡΟΣΗΜΑ

 «Σ’ εκείνους που πέσανε…»

«Σταματήσαμε την πορεία

να θάψουμε ένα νεκρό.

 

Βάλαμε κι ένα σταυρό.

 

Ύστερα κι άλλον.

Και πιο πέρα.

Και παρακάτω.

Κι άλλο σταυρό.

 

Έτσι, μας είπαν,

θα βρούνε το δρόμο

εκείνοι που έρχονται».

 

 

Το «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας» γράφτηκε από τον Γιάννη Ρίτσο τις ημέρες των γεγονότων της εξέγερσης του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973.
Η 15η Νοέμβρη θα βρει τον Γιάννη Ρίτσο στις πρώτες γραμμές της μεγάλης διαδήλωσης που ξεκίνησε από το Πολυτεχνείο και έφτασε ως την πλατεία Κλαυθμώνος. Η διαδήλωση θα διαλυθεί από την αστυνομία με βία με τον ποιητή να μπλοκάρεται ανάμεσα στους φράχτες που έχει στήσει η αστυνομία αλλά δεν θα χτυπηθεί (ίσως τον αναγνώρισαν και τον σεβάστηκαν). Διαφεύγει και βρίσκει καταφύγιο στα τότε γραφεία του εκδοτικού οίκου Κέδρος σε μια στοά (Πανεπιστημίου και Χαριλάου Τρικούπη). Το ίδιο βράδυ κλείνει η Πατησίων από διαδηλωτές.

Στις 16 Νοεμβρίου επισκέπτεται το σπίτι της Νανάς Καλιανέση όπου ακούν τον παράνομο ερασιτεχνικό σταθμό που έχει στηθεί στο ΕΜΠ των «Ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων.» Με ρίγη συγκίνησης συνεχίζει την ακρόαση στο σπίτι του. Έχει ήδη ξεκινήσει η επίθεση στους συγκεντρωμένους με δακρυγόνα και έπειτα με σφαίρες.. κατεβαίνουν τα τανκς.. ένα από αυτά γκρεμίζει την πύλη.. παντού νεκροί και τραυματίες..

Ο Γιάννης Ρίτσος με δάκρυα στα μάτια φεύγει για τον Κάλαμο.. εν θερμώ έχει ήδη ξεκινήσει το «ποιητικό του χρονικό, μέρα τη μέρα, το «Ημερολόγιο μιας εβδομάδας»:

«ΑΘΗΝΑ 16 Νοεμβρίου 1973
Ωραία παιδιά με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια
ωραία παιδιά δικά μας με τη μεγάλη θλίψη των ανδρείων
αψήφιστοι, όρθιοι στα Προπύλαια στον πέτρινο αέρα, έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι
πώς μεγαλώνει το μπόι, το βήμα κι η παλάμη του ανθρώπου

 

17 Νοεμβρίου
Βαριά σιωπή διάτρητη απ’ τους πυροβολισμούς, πικρή πολιτεία,
αίμα, φωτιά, η πεσμένη πόρτα, ο καπνός, το ξύδι,
ποιος θα πει περιμένω μέσα απ’ το μέσα μαύρο.
Μικροί σχοινοβάτες με τα μεγάλα παπούτσια μ’ έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο,
κόκκινο σύρμα, κόκκινο πουλί και το μοναχικό σκυλί στ’ αποκλεισμένα προάστια
ενώ χαράζει η χλωμότερη μέρα πίσω απ’ τα καπνισμένα αγάλματα
κι ακούγεται ακόμη η τελευταία κραυγή διαλυμένη στις λεωφόρους
πάνω απ’ τα τανκς  μέσα στους σκόρπιους  πυροβολισμούς..
Πώς μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε; πώς μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε;

 

ΚΑΛΑΜΟΣ  18 Νοεμβρίου
Ηλιόλουστη μέρα. Κάλαμος.
Η θάλασσα, σπουργίτια στον ελαιώνα
Κάλεσμα. Πρόκληση. Κάλλος. Μακρινή προδομένη μακαριότητα
α εσύ δραπέτη λιποτάκτη κρυμμένε ανάμεσα στ΄ αγάλματα, πίσω απ’ τ’ αγάλματα
μέσα στ’ αγάλματα, αγάλματα κούφια χωρίς χέρια, χωρίς πέος, χωρίς αμπελόφυλλα
αρνήσου, αρνήσου, όχι να ξεχαστείς και να ξεχάσεις το δένδρο το πουλί το γαλάζιο
αμαρτία, αμαρτία, πως μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε εσείς, ο ίδιος ο έρωτας
κι ο έρωτας αμαρτία, Ελένη, Μάρω, Ηλέκτρα, Δήμητρα, παιδιά μας, τα παιδιά μας
πόσες γενιές παιδιά μας σε αδιαίρετο χρόνο χωρίς χρόνο
στα στάχυα και στα σύρματα στη γραφομηχανή, στον τηλεβόα
έρωτές μας, παιδιά μας, σκοτωμένα παιδιά μας, έρωτές μας
Για τίποτε άλλο να μην έχουμε μάτια παρά μόνο για σας.  Τίποτ’ άλλο.
Ω! ανήμπορο ποίημα, ανήμπορο, ανήμπορο, ατελέσφορο
επάνω από δύο στίχους σταυρωμένους σταυρώνω τα χέρια και σωπαίνω
βράχος, το μέγα κόκκινο, δεύτερη πόρτα, πέμπτη πόρτα κι η δωδέκατη κλεισμένη
χτύπημα της γροθιάς στον τοίχο χτύπημα της πέτρας στην πέτρα
-μ’ ακούς;  άκουσέ με, εγώ σ’ ακούω,
δυο σιωπές κάνουν μια φωνή κι ένα μεγάλο τεντωμένο χέρι.

 

ΑΘΗΝΑ 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
Με τους αγκώνες στηριγμένους στην ποίηση, με τα μάτια κλεισμένα στις παλάμες
ακούω τη φωτιά. Ανεβαίνει. Σκοτωμένοι επί τόπου μπροστά στο παράνομο μικρόφωνο
κι η φωνή τους ακόμα.. – Αδέρφια, αδέρφια, πάνω απ’ το αίμα τους, με το αίμα τους
πάνω από την  αγρυπνισμένη Αθήνα
Πώς μπορείτε λοιπόν; Πώς μπορείτε;

 

20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
Μάζεψαν τα οδοφράγματα, πλύναν τα αίματα, τα μισά παιδιά πήγαν σχολείο
οι γυναίκες βγήκαν για ψώνια, στη γωνιά ένα καμένο αυτοκίνητο
πλύναν τα ρούχα τ’ απλώσαν στις ταράτσες μυστικά-μυστικά μη φανούνε σαν άλλες σημαίες
κλειστά νοικοκυριά, το κρεμμύδι, η πατάτα, το λάδι
το αλάτι χυμένο στο δρόμο το ίδιο και τ’ αλεύρι,
μες στο ψυγείο το κόκκινο πουλί μ’ όλα του τα φτερά
Απ’ το θάνατο αρχίζουμε – έτσι έλεγε- απ’ το θάνατο αρχίζουμε πάλι
επάνω από τη μεγάλη γκρεμισμένη σκάλα
“τι να κάνουμε -είπε- να ξεχαστούμε; θα ξεχάσουμε πάλι;
Σκεπασμένοι στην τρύπια κουβέρτα ως πάνω στα μάτια
λίγο λίγο θα βγάλεις το ΄να πόδι δοκιμάζοντας τον αέρα τη σιωπή το σκοτάδι
αργότερα τα χέρια, τελευταίο το κεφάλι.
Απέναντι η καρέκλα, τα τσιγάρα τα σπίρτα και το φως κολλημένο στον τοίχο
μια τεράστια κίτρινη αφίσα
Ώρα μεγάλη! ώρα σκληρή! ώρα αδειασμένη απ’ την δειλή μακροθυμία των στίχων
εδώ ό,τι πια θα πει θα ΄ναι το αίμα
Ω! κακόφημη ζωή ληστεμένη

 

22 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
Αργά που μεγαλώνει το μαχαίρι, αυτός που σιωπεί
δεν είναι που δεν έχει τίποτα να πει
δεν είναι τα δώδεκα καρφιά στον τοίχο,  η ακρίδα στο ποτήρι
είναι που περιμένει να ξεσφίξουν τα σαγόνια του».

 

Σημείωση: Στην παρακάτω διεύθυνση ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος απαγγέλλει το Ημερολόγιό του με μουσική υπόκρουση του Νότη Μαυρουδή:

Δέσποινα Παπαδοπούλου 17 Νοέμβρη 2023

 

Google NewsΑκολουθήστε το LimnosNea.gr - ΡάδιοΆλφα στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσειςαπό την Λήμνο και τον κόσμο.

Δείτε περισσότερα

Σχετικά Άρθρα

Back to top button