Οι χειμώνες παλιά…
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Παλιά από τις αρχές Νοεμβρίου άρχιζαν να ανάβουν οι σόμπες, και το χιόνι ήταν συνηθισμένο φαινόμενο. Φαίνεται ότι εκείνη την εποχή, που δεν υπήρχε το σημερινό φαινόμενο του θερμοκηπίου (που έχει αυξήσει τον μέσο όρο θερμοκρασίας), οι χειμώνες ήταν πιο βαρείς και οι θερμοκρασίες πιο χαμηλές από σήμερα. Πολλές φορές το χιόνι έφτανε σε ύψος το ένα μέτρο, κι απ’ τις σκεπές των σπιτιών κρέμονταν μεγάλοι σταλακτίτες πάγου.
Τα χιόνια και οι πάγοι ήταν για τα παιδιά πρόκληση για παιγνίδι, χιονοπόλεμο, κατασκευή χιονάνθρωπων, αυτοσχέδια πατινάζ (γλίστρες) πάνω στους παγωμένους δρόμους. Μερικά από τα αγόρια επιδίδονταν στο κυνήγι πουλιών (σπουργίτια, κοτσύφια) με λαστιχένιες αυτοσχέδιες σφεντόνες. Μερικοί άλλοι έστηναν αυτοσχέδιες παγίδες. Ήταν ένα ξύλινο τετράγωνο πλαίσιο με σίτα, τοποθετημένο όρθιο, και με μια κλίση προς τα εμπρός. Στηριζόταν σε ένα λεπτό όρθιο ξύλο, στην άκρη του οποίου ήταν δεμένο σχοινί. Κάτω απ’ το τελάρο υπήρχαν ψίχουλα, σιτάρι ή καλαμπόκι. Όταν λοιπόν τα αποκλεισμένα από τα χιόνια και πεινασμένα πουλιά έρχονταν χαμηλά στην πόλη για να φάνε, τραβούσαν το σχοινί, το σχοινί τραβούσε το ξύλο, έπεφτε το τελάρο, κι έτσι παγίδευε από κάτω τα πουλιά.
Σήμερα, που όλοι έχουμε γίνει ζωόφιλοι και οικολόγοι, κανείς δεν θα σκότωνε ούτε θα έτρωγε τα κακόμοιρα αυτά πουλιά. Εξάλλου τα σπουργίτια είχαν ελάχιστο κρέας!
Η επαφή μας με τη φύση κάθε μέρα μας έκανε να ζούμε τις αλλαγές των εποχών. Στο σχολείο πηγαίναμε με τα πόδια. Τα σπίτια ήταν όλα μονοκατοικίες, με δύο το πολύ ορόφους. Δεν υπήρχαν ψηλές οικοδομές και κτίρια που να εμποδίζουν τη θέα. Έτσι, βλέπαμε γύρω-γύρω τη φύση, κι όχι μόνο βλέπαμε, αλλά και μυρίζαμε. Την άνοιξη το άρωμα από τις ακακίες και τα λουλούδια. Από τα λουλούδια και τα δέντρα που άνθιζαν αισθανόμασταν την άνοιξη. Πρώτα τα ζουμπούλια, οι πανσέδες οι πασχαλιές, οι ακακίες. Το φθινόπωρο ήταν συνδεδεμένο με τα χρυσάνθεμα, τα κυδώνια και τα ρόδια και τον μούστο από τα σταφύλια. Ο χειμώνας με τους λωτούς, τα κυδώνια και τα πορτοκάλια. Το καλοκαίρι με τη ζέστη πηγαίναμε για μπάνιο στη θάλασσα.
Η θέρμανση το χειμώνα γινόταν με ξυλόσομπες, δηλαδή θερμάστρες από λαμαρίνα, που έκαιγαν συνήθως ξύλα. Γι’ αυτό, κάθε φθινόπωρο ο κόσμος προμηθευόταν τα ξύλα για τη θέρμανση και τις άλλες ανάγκες του σπιτιού (λ.χ. μαγείρεμα, πλύσιμο, μπάνιο). Τα ξύλα αυτά ήταν χοντρά κλαδιά, τα οποία έφερναν και πουλούσαν ξυλοκόποι. Επαγγελματίες κόφτες των ξύλων γυρνούσαν στις γειτονιές με ένα μηχάνημα που ονομαζόταν κορδέλα κι έκοβαν τα ξύλα σε μικρά κομμάτια, 30-40 εκατοστών, έτσι ώστε να χωράνε στην ξυλόσομπα.
Ακόμα και στα σχολεία η θέρμανση γινόταν με ξυλόσομπες. Δεν υπήρχαν ούτε κλιματιστικά ούτε καλοριφέρ όπως σήμερα. Μάλιστα κάθε πρωί οι μαθητές μαζί με την τσάντα τους πήγαιναν στο σχολείο κουβαλώντας ο καθένας και ένα κομμάτι ξύλο για την θερμάστρα…