2019
ΕπιλεγμέναΠεριοδικό

Τα Παλιά Καφενεία της Λήμνου

Τα παλιά καφενεία της Λήμνου

Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης

Από τον Όμιλο ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ είναι σε εξέλιξη μια προσπάθεια κατασκευής μιας μικρής πιλοτικής επισκέψιμης μονάδας μάντρας προβάτων στο πλαίσιο του προγράμματος Terra Lemnia – σχετική και η από 31-8-2019 Ανακοίνωση.

Για τις μάντρες της Λήμνου (προβατοστάσια ή ποιμνιοστάσια, όπως είναι το ελληνικό τους όνομα) έχουν ήδη γραφεί αρκετά, βιβλία και μελέτες. Πολύ γνωστό είναι το βιβλίο “ΜΙΑ ΑΓΝΩΣΤΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ-ΟΙ ΜΑΝΤΡΕΣ ΣΤΗ ΛΗΜΝΟ” από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ του αρχιτέκτονα Νίκου Σηφουνάκη, που έχει μετεκπαιδευτεί στην αναστήλωση μνημείων και διετέλεσε μέλος της Διευθυντικής Επιτροπής για την Αρχιτεκτονική μας Κληρονομιά στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Το 1987 βραβεύτηκε από την Εuropa Nostra για τη συνεισφορά του στη διάσωση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στο Νομό Λέσβου.  Διετέλεσε υπουργός Τουρισμού, υπουργός Αιγαίου και πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Παράλληλα με τις πρωτοβουλίες της ΑΝΕΜΟΕΣΣΑΣ, που γίνονται σε συνεργασία με το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε πώς θα διασώσουμε και θα αναδείξουμε μερικά ακόμα παραδοσιακά κτίσματα του νησιού, που αποτελούν επίσης οικιστική κληρονομιά: Τα παλιά καφενεία, τα εξωκλήσια, τα πηγάδια και τους ανεμόμυλους.

Με τους ανεμόμυλους κάτι έχει γίνει, με σημαντικότερους του Κοντιά, οι οποίοι μαζί με την Πινακοθήκη και τα παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια ήδη αποτελούν σήμα κατατεθέν του χωριού και τα επισκέπτονται χιλιάδες κόσμου κάθε χρόνο. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι σε άλλα χωριά το ίδιο όμορφοι και εντυπωσιακοί.

Υπάρχουν και δεκάδες πανέμορφα ξωκλήσια διάσπαρτα σε όλο το νησί, μεπερισσότερο γνωστη τη Παναγιά Κακαβιώτισσα. Μέσα σε ένα από αυτά τα ξωκλήσια μάλιστα υπάρχει ένα τεράστιο δέντρο που τρυπά και βγαίνει από την οροφή.

Παρόμοια υπάρχουν πολλά πηγάδια, με πιο γνωστό το Αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής στον Κότσινα με τα 65 υπόγεια σκαλοπάτια, δίπλα από το άγαλμα της ηρωίδας του νησιού Μαρούλας.

Τέλος, είναι και τα παλιά καφενεία.

Σε άλλα μέρη της Ελλάδας γίνεται συστηματική καταγραφή, συντήρηση και προβολή τους, μέσα από Ευρωπαϊκά Προγράμματα.

Παραθέτουμε ένα από αυτά για να πάρουμε μια ιδέα:

Το παλαιότερο εν λειτουργία καφενείο στην Ελλάδα βρίσκεται στο Πήλιο – Μετρά περισσότερα από 230 χρόνια ζωής.

Πρόκειται για ένα από τα πιο αυθεντικά καφενεία της χώρας, ενώ συγκαταλέγεται στις αυθεντικές εμπειρίες που αξίζει κανείς να βιώσει έστω και μία φορά στην ζωή του.

Λειτουργεί αδιάκοπα από το 1785 και είναι το παλαιότερο, εν λειτουργία, καφενείο στην Ελλάδα. Το παραδοσιακό καφενείο Φορλίδα με τις ψάθινες καρέκλες και τα τραπέζια με μάρμαρο Πηλίου, λοιπόν, βρίσκεται στην κεντρική πλατεία του χωριού Λαύκος, στο Νότιο Πήλιο, και μυεί στην αυθεντική, παραδοσιακή ατμόσφαιρα των καφενείων από τα παλιά.

Στον όροφο του καφενείου παλαιότερα λειτουργούσε χάνι, όπου διέμειναν προσωπικότητες όπως ο Παπαδιαμάντης και ο Βάρναλης, ενώ από τα τραπέζια του έχουν περάσει οι Σεφέρης και Δελμούζος.

Σήμερα, κάτω από τα υπέργηρα πλατάνια στην πλατεία όσοι επισκέπτονται το παραδοσιακό καφενείο Φορλίδα θα απολαύσουν δροσερά αναψυκτικά και καφέ, ενώ κατά την διάρκεια του χειμώνα οι θαμώνες του συγκεντρώνονται γύρω από την ξυλόσομπα.

Στους τοίχους του θα παρατηρήσει κανείς φωτογραφίες και εικόνες από την μακρόχρονη ιστορία του καφενείου, το οποίο κατά τα παλαιότερα χρόνια λειτουργούσε, ταυτόχρονα, ως κρεοπωλείο, ταβέρνα και κουρείο.

 

 

Σε όλα τα χωριά της Λήμνου λειτούργησαν και λειτουργούν ακόμα και σήμερα παλιά γραφικά καφενεία, με ψάθινες καρέκλες, με ξυλόσομπα για θέρμανση, με καφέ στη χόβολη. Ήταν ταυτόχρονα και μπακάλικα και τόπος διανομής από τον ταχυδρόμο της αλληλογραφίας και των εμβασμάτων από το εξωτερικό.

Θα αναφέρουμε, ενδεικτικά, ένα από αυτά, του αείμνηστου Μπάρμπα Μενέλαου στο Διαπόρι, και ένα παλιότερο δημοσίευμα της εφημερίδας μας για αυτό, όσο ζούσαν ο συμπαθής Μενέλαος και η καλή γυναίκα του η κυρία Σοφία.

 

Το καφενεδάκι του Μπάρμπα-Μενέλαου

Εδώ και 50 χρόνια, κάθε πρωί, νωρίς κατά τις 6, ο Μπάρμπα-Μενέλαος, καθισμένος πάνω στο γαϊδουράκι του, ξεκινάει απ’ το χωριό Τσιμάνδρια. Πηγαίνει στο Διαπόρι,  τον γραφικό κόλπο 1,5 χλμ. πιο κάτω, για ν’ ανοίξει το παλιό του καφενεδάκι. Δένει το γάιδαρο στη σκιά, κάτω από τις τζιτζιφιές, και βγάζει τα παλιά τραπεζάκια με τις ψάθινες καρέκλες.

Σε λίγο, μία-μία  καταφτάνουν οι ψαρόβαρκες μπροστά στο λιμανάκι, δίπλα απ’ την σκάλα.  Αφού ξεψαρίσουν τα δίχτυα και τα παραγάδια τους, κάθονται στο καφενεδάκι για τον πρωινό ζεστό καφέ.

Στο καφενεδάκι του Μπάρμπα Μενέλαου δεν σερβίρεται ούτε νεσκαφέ, ούτε εσπρέσο, ούτε γαλλικός, ούτε καπουτσίνο. Μόνο Ελληνικός. 

Ο Μπάρμπα-Μενέλαος θα σε ρωτήσει, βέβαια, πώς τον πίνεις, αλλά ό,τι και να παραγγείλεις, ένας καφές βγαίνει στο τέλος απ’ το μπρίκι του.  Μπορεί να μην είναι ακριβώς όπως τον θέλεις, αλλά είναι σίγουρο ότι θα σου αρέσει.  Όχι τόσο γιατί τον σερβίρει σε κοντά ποτηράκια, αλλά γιατί καθώς κάθεσαι στο τραπεζάκι, με την πανοραμική θέα του κόλπου, τις ψαρόβαρκες και τους γλάρους, θα ξεχαστείς, το μάτι σου θα τρέξει πέρα στον ορίζοντα, στο βαθυγάλαζο της θάλασσας

Στο καφενεδάκι του Μπάρμπα-Μενέλαου θ’ ακούσεις περίεργες και απίθανες ψαράδικες ιστορίες. Πώς πιάστηκε το μεγάλο λαβράκι, αν φάνηκαν μπαρμπούνια και λυθρίνια, από πού πέρασε η φώκια και το δελφίνι, πώς φτιάχνεται η κακαβιά, τι ψάρια έπιαναν πριν από χρόνια με το πυροφάνι, πώς κάρφωσε τη βάρκα ο ξιφίας με τη μύτη του, κ.ά.

Ξαφνικά, κάποιος απ’ τους ψαράδες θα φέρει ένα ζωντανό λαβράκι ή ένα τελάρο ολόφρεσκα ψάρια, για πούλημα. Χωρίς ζυγαριά, έτσι με το μάτι. Δώσε τόσα και πάρ’ το.

Κατά τις 10 θα έλθουν για μπάνιο απ’ τα γύρω χωριά και τη Μύρινα. Το μεσημεράκι ανοίγουν οι μπύρες και η Κυρα-Σοφία, η γυναίκα του, τηγανίζει τα ολόφρεσκα ψάρια.

Το απογευματάκι καταφτάνουν οι πιτσιρικάδες για παγωτό.

Κι αν τύχει να είναι δειλινό, θα απολαύσεις το μοναδικό ηλιοβασίλεμα, με τα χρυσοκόκκινα χρώματα να αντανακλώνται στην επιφάνεια της θάλασσας και να στεφανώνουν τους λόφους απέναντι του Φακού και του Κοντιά. 

Είναι ώρα για να κλείσει το καφενεδάκι. Ο γάιδαρος κάτω απ’ τις τζιτζιφιές το καταλαβαίνει και ακούγεται η βραχνή φωνή του. Ο Μπάρμπα-Μενέλαος μαζεύει τα τραπεζάκια, κλείνει τα ξύλινα παντζούρια απ’ το καφενεδάκι, ανεβαίνει στο γαϊδαράκο,  και σιγά-σιγά, μέχρι να σκοτεινιάσει, επιστρέφει στο σπίτι στα Τσιμάντρια.

ΣΗΜ. Ο Μπάρμπα-Μενέλαος, που τόσο αγαπήσαμε, στα 86 του χρόνια, μας άφησε πριν από μερικά χρόνια. Απέμειναν το παλιό καφενεδάκι, οι αναμνήσεις και το Διαπόρι, που εξακολουθούν να μένουν αναλλοίωτα κόντρα στο χρόνο. 

Δείτε περισσότερα

Σχετικά Άρθρα

Back to top button