Το Αγιοβασιλιάτικο τραπέζι, τότε! Αν ξέχασα κάτι προσθέστε το εσείς!
Πάμε για την Πρωτοχρονιά και κυρίαρχη διαδικασία, όλα τα ποιο παλιά χρόνια και ίσως για αιώνες, ήταν η ετοιμασία του τραπεζιού όχι του οικογενειακού , όπως τα Χριστούγεννα, αλλά των χωριανών και φίλων, οι οποίοι ανήμερα της Γιορτής ερχόταν παρέες – παρέες και σπίτι – σπίτι, να “χαιρετίσουν”! Μπορεί όλο το χρόνο να υπήρχαν βασικές ελλείψεις όμως τη μέρα αυτή όλα θα ήταν πλούσια και η ετοιμασία άρχιζε μέρες πριν !
Σαν και σήμερα, 3 μέρες πριν, οι φούρνοι άναβαν γειτονιά – γειτονιά ! Το κύριο των φούρνων, εκτός από τα ψωμιά φυσικά, ήταν οι Σαμσάδες, μετρημένοι σε ταβάδες. Τα φοινίκια ήταν Χριστουγεννιάτικα, υπήρχαν όμως και στο Αγιοβασιλιάτικο τραπέζι και τα λουλούδια (δίπλες) ήταν περισσότερο για τα φώτα. Τα φοίνικα είχαν το εξής πλεονέκτημα απο τα άλλα γλυκά: δεν ήταν σιροπιαστά και ήταν πιο στέρεα από τα σημερινά ευκολοδιάλυτα μελομακάρονα, οπότε ήταν και για τις τσέπες – “για το δρόμο!” όπως το πρότειναν οι Νοικοκυρές.
Στους φούρνους, που τους αφήσαμε αναμμένους, τα ρεβίθια γινόταν στραγάλια και τα άνοστα ωμά φούλια γινόταν πειρασμός! Έψηναν ακόμη τσάγλες, τις οποίες ψημένες και λίγο αλατισμένες, έτοιμες ψίχα, αν τις ξεκινούσες δεν τις σταματούσες.
Αγοραστά, απο τον μπακάλη, ήταν τα φουντουκιά και “κρατς” με τα δόντια να τα σπάσουν (όχι τα δόντια). Τα καρύδια, αν και ακριβά, κάπου υπήρχαν συμβολικά , καθώς και τα καστανά και κάποια φρούτα: φιρίκια, μανταρίνια κλπ.
Αυτά όλα γέμιζαν το τραπέζι για τις επισκέψεις οι οποίες ηταν βράδυνες ανήμερα του “Αγιοβασιλιού“, που σαν ονομασία της μέρας επικρατούσε απόλυτα της “πρωτοχρονιάς“. Τότε, λοιπόν, παρέες, συνήθως 5-6 ατόμων, έπαιρναν σβάρνα τα φιλικά κυρίως σπίτια. Έμεναν σε κάθε σπίτι περίπου μισή ώρα για να τα προλάβουν όλα, 5, 10, 15 ανάλογα. Για να χωρέσει η νεοαφιχθείσα παρέα, έφευγαν οι πιο παλιοί για αλλού!
Βασιλιάς της μέρας ήταν ο μπακλαβάς για πιο επίσημες όμως καταστάσεις και για τις γυναικείες πρωινές επισκέψεις, τις “βίζιτες” !
Γυρίζω στα τραπέζια για να προσθέσω ότι εκτός από τα προαναφερόμενα, δεν είναι και λίγα…, υπήρχαν και τηγανητά από το γουρτζέλ, που είχαν σφάξει την άλλη μέρα των Χριστουγέννων και βεβαίως η πατσά – πηχτή. Σκορδάτη και λιπαρή όπως ήταν έβαζε σε τάξη στο διαμαρτυρόμενο στομάχι από τους πολλούς ξηρούς καρπούς και το ποτό.
Δεν τελειώσαμε όμως με τον πλούτο των τραπεζιών γιατι ήταν και οι σκοπαγίδες και πήγα να ξεχάσω τα τσουτσιούφια! Έβρισκες και κολοκυθόπιτες, τουρσιά, αχ αυτό το μελιτζανάκι, κ.α.
Ολα αυτά και όχι μερικά από αυτά σε πιατέλες, πιάτα και πιατάκια, το ένα πάνω στο άλλο. Όμως το καμάρι του σπιτιού ήταν χειμωνιάτικα, λεγόμενα, καρπούζια και τα ποπόνια “βότνες” τα οποία διατηρούσαν ο καθένας με το δικό του κόλπο, ακριβώς για αυτό το τραπέζι.
Τα ποτά ήταν το ούζο και κυρίως το κόκκινο κρασί ! Από σπίτι σε σπίτι έπιναν πολύ και τους έσωζε από παρατράγουδα ο φρέσκος και παγωμένος αέρας των διαδρομών με το συνεχές μασούλημα, αφού οι τσέπες ήταν γεμάτες από στραγάλια, φούλια και αφράτες τσάγλες που τις έσπαζαν ανάμεσα στα δυο (δουλέμενα) δάχτυλα, το δείκτη και το μέσο ! Ψάχνοντας τις τσέπες ανάμεσα σε όλα αυτά έβρισκαν και κανένα φοινίκι ή σκοπαγίδα, για να γλυκαθούν !
Αυτά συνέβαιναν σε φουλ ρυθμό μέχρι και το τέλος του 1960. Το ΄70 συνέχισαν μειωμένα, ας όψεται η Αυστραλία… Απο τη 10ετια του 1980 και μετά , μόνο οι πεισματάρηδες Κασπακινοί το συνέχιζαν ! …
Για φωτογραφία, επειδή είναι αδύνατο να βρω εικόνα με γεματα τραπεζια της εποχης, βαζω το λιτό πιάτο από αφράτες τσάγλες και σκοπαγίδες, που είναι από τα λίγα σημερινής οικιακής παράγωγης. Η. Κοτσαλης