Τρία χρόνια χωρίς την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
Τρία χρόνια χωρίς την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
Γράφει η Δέσποινα Παπαδοπούλου
Ήταν Τρίτη 21 Ιανουαρίου του2020, όταν έφυγε για το ταξίδι το δίχως γυρισμό η γνωστή και σπουδαία ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Φεβρουαρίου του 1939. Σε πολύ μικρή ηλικία σημαδεύτηκε από μια αναπηρία που όμως δεν υπήρξε εμπόδιο στην ζωή της αλλά έμπνευση για ποιητική δημιουργία. Η ίδια έχει πει σχετικά: «Αν είχα γεννηθεί ένα χρόνο μετά, ο Φλέμινγκ θα είχε εφεύρει την πενικιλίνη και θα είχα σωθεί. Έζησα με μια αναπηρία, η οποία όμως δεν με εμπόδισε να χορέψω, να κολυμπήσω, να χαρώ τη ζωή».
Σπούδασε στην Αθήνα, στη νότια Γαλλία και αποφοίτησε στη Γενεύη με το δίπλωμα μεταφραστών και Διερμηνέων( ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά).
Ήδη στα δεκαέξι της χρόνια έγραψε το πρώτο της ποίημα με τον τίτλο «Μοναξιά» που δημοσιεύτηκε στο τεύχος ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 1956 του περιοδικού Καινούρια Εποχή, εκδόσεις Δίφρος– και έκτοτε δεν αναδημοσιεύτηκε σε καμία συλλογή ποιημάτων της. Το ποίημα αυτό το συνόδευε μια επιστολή του νονού της Νίκου Καζαντζάκη που σύστηνε το ποίημα λέγοντας: «το πιο όμορφο πράγμα που έχω ποτέ διαβάσει στην ζωή μου».
Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από δέκα γλώσσες και βρίσκονται σε παγκόσμιες ανθολογίες. Το 1984 της απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 2000 το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2014 βραβεύτηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου της.
ΜΟΝΑΞΙΑ ( το πρώτο της ποίημα στα δεκαέξι της χρόνια)
«Αν ενώσεις το βροχόνερο με το δάκρυ σου
το γέλιο σου με τον ήλιο
το σίφουνα, τον αγέρα με την ξεσηκωμένη αγανάκτησή σου.
Αν κλάψεις για τα παιδάκια με τις ρόδινες ανταύγειες
του δειλινού στο πρόσωπο, που πλαγιάζουν
με τα χέρια αδειανά, με τα πόδια γυμνά
θα βρεις την μοναξιά σου.
Αν σκύψεις στους συνανθρώπους σου
μες στα αδιάφορα μάτια τους θα ‘ναι γραμμένη
απελπιστική, ολοκληρωτική η μοναξιά σου.
Κι αν πάλι τους δείξεις το δρόμο της δύναμης
και τους ξεφωνίσεις να πιστέψουν μόνο τον εαυτό τους
θα τους δώσεις μια πίκρα παραπάνω
γιατί δε θα το μπορούν, θα ‘ναι βαρύ γι’ αυτούς
και θα ‘ναι πάλι η μοναξιά σου.
Αν φωνάξεις την αγάπη σου
θα ‘ ρθει πίσω άδεια, κούφια, η ίδια σου η φωνή
γιατί δεν είχε το κουράγιο να περάσει όλες
τις σφαλισμένες πόρτες, όλα τα κουρασμένα βήματα
όλους τους λασπωμένους δρόμους.
Θα γυρίσει πίσω η φωνή που την έστειλες τρεμάμενη
λαχταριστή, με άλλα λόγια που δεν την είχες προστάξει εσύ
τα λόγια της μοναξιάς σου.
Θεέ μου, τι θα γίνουμε;
Πώς θα πορευτούμε;
Πώς θα πιστέψουμε; Πώς θα ξεγελαστούμε;
Μ’ αυτήν την αλλόκοτη φυγή των πραγμάτων
των ψυχών από δίπλα μας;
Ένας δρόμος υπάρχει, ένας τρόπος.
Μια θα ‘ναι η Νίκη:
αν πιστέψουμε, αν γίνουμε, αν πορευτούμε.
Μόνοι μας.
Φθινόπωρο 1956»
Το 1995 γράφει ένα μικρό σύνολο ποιημάτων με τον «παράξενο» τίτλο «Λυπιού». Η ίδια όμως μας εξηγεί από το πρώτο ποίημα:
«Έναν τόπο επινόησα
για να πηγαίνω όταν είμαι βαθιά λυπημένη
λυπημένη ως τους άλιωτους πάγους μέσα μου
ως τα κρυσταλλωμένα δάκρυα
ως να βγουν οι νοσταλγίες, πανθηρούλες λευκές
που δαγκώνουν και τσούζουν οι δαγκωματιές τους.
Λυπιού λέω τον τόπο που επινόησα
για να πηγαίνω όταν είμαι βαθιά λυπημένη
μια κατάσταση που εντείνεται ακατάπαυστα
αφού όλα τα ωραιοποιημένα τοπία του τέλους
αρχίζουν να μυρίζουν μουχλιασμένα νερά
και καρπούς σάπιους…»
Από την συλλογή «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» (2005) διαβάζουμε το ομώνυμο ποίημα:
«Από την κλειδαρότρυπα κρυφοκοιτάω τη ζωή
την κατασκοπεύω μήπως καταλάβω
πώς κερδίζει πάντα αυτή
ενώ χάνουμε εμείς.
Πώς οι αξίες γεννιούνται
κι επιβάλλονται πάνω σ’ αυτό που πρώτο λιώνει:
το σώμα.
Πεθαίνω μες στο νου μου χωρίς ίχνος αρρώστιας
ζω χωρίς να χρειάζομαι ενθάρρυνση καμιά
ανασαίνω κι ας είμαι
σε κοντινή μακρινή απόσταση
απ’ ό,τι ζεστό αγγίζεται, φλογίζει…
Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
θα εφεύρει η ζωή
ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας.
Χρωστάω τη σοφία μου στο φόβο∙
πέταλα, αναστεναγμούς, αποχρώσεις
τα πετάω.
Χώμα, αέρα, ρίζες κρατάω∙
να φεύγουν τα περιττά λέω
να μπω στον ουρανό τού τίποτα
με ελάχιστα».
Από την συλλογή με τίτλο «Ανορεξία της Ύπαρξης», που εκδόθηκε το 2011 και είναι αφιερωμένη στην μνήμη του αγαπημένου της συντρόφου Rodney Rook, διαβάζουμε το ποίημα με τίτλο: «Φόβος το νέο Πάθος», ένα ποίημα προφητικό που εκφράζει όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης:
ΦΟΒΟΣ ΤΟ ΝΕΟ ΠΑΘΟΣ
Οι πληγές δεν ανθίζουν πια
σε ποιήματα και τραγούδια
κακοφορμίζουν μονάχα.
Η θάλασσα δεν είναι πόθος
που πλέει στ’ ανοιχτά
αλλά φόβος του βυθού.
Τι έγινε η χαρά της ζωής
που κατακτούσε την κάθε στιγμή
ακόμη κι όταν η μέρα ξημέρωνε δυσοίωνη;
Τώρα πόνος κανένας
δε μαστίζει το κορμί
αλλά το μέσα το αλυσοδένει
ένας νέος παντοδύναμος τύραννος:
Ο φόβος.
Ήρθε ο φόβος και σάρωσε
όλα τα πάθη.
Ο έρωτας τώρα μοιάζει
πότε με ζητιάνο στη γωνιά
και πότε με γελωτοποιό χωρίς δουλειά
αφού κανέναν πια δεν κάνει να γελάσει.
Ένα είναι το πάθος. Ο φόβος
π’ απλώνεται σαν σάβανο
Και όλα τα σκεπάζει.
Φόβος για την κατάρρευση
της φύσης, του κορμιού, του κόσμου.
Τώρα αντί να ουρλιάζει το μέσα:
«τι ωραίος που είναι αυτός!»
μια είναι η φωνή που κυριαρχεί:
«Πρόσεχε!»
Το 2016 η Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ εξέδωσε το νέο ποιητικό της βιβλίο με τον τίτλο «Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι» που είναι μια συνομιλία με τον εαυτό και τον χρόνο, εξομολόγηση στον καθρέφτη, μονόλογοι για δύο φωνές. Γράφει:
«Ήταν μια μέρα παράξενη. Μια μοναξιά με είχε τυλίξει σαν σύννεφο βαρύ. Στράφηκα στην ποίηση, όπως πάντα όταν δυσκολεύομαι στη ζωή. Αλλά κι εκείνη απουσίαζε. Αυτό το καταλαβαίνω, σκέφτηκα, αφού η νιότη είναι η κύρια πηγή της ποίησης κι ακολουθεί η έμπνευση που γεννιέται από το σμίξιμο πόνου και νιότης. Και τότε μου ήρθε η ιδέα ν’ αποκτήσω έναν καινούριο συνομιλητή: τον εαυτό μου…»
Συνομιλώντας με την δημοσιογράφο Λένα Αρώνη στην ΕΡΤ το 2015 είχε πει για την ποίηση: «…οι πηγές της είναι ο ψυχικός πόνος, η έλλειψη….η ποίηση είναι μια πληγή και το ποίημα η ουλή, αυτό που βλέπεις…»
Η τελευταία εμφάνισή της στην τηλεόραση ήταν λίγες μέρες πριν τον θάνατό της, τον Δεκέμβρη του 2019 στην ΕΡΤ, στην εκπομπή «Το μαγικό των Ανθρώπων» της Φωτεινής Τσαλίκογλου (συγγραφέας και καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο). Εκεί λοιπόν η «μικρή το δέμας» αλλά μεγάλη στο πνεύμα Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, με γλυκύτητα και καλοσύνη αλλά και με κάποια αδιόρατη πικρία για τον χρόνο που τελειώνει είπε: «…έχει φύγει το «θα» από τη ζωή μου… για μένα το «θα» δεν είναι περισσότερο από μια βδομάδα ένα μήνα, δεν πρέπει να είναι, και αυτό είναι λίγο τρομακτικό, να βγάζεις την αίσθηση και την έννοια του μέλλοντος από τη ζωή σου». Η σπουδαία αυτή ποιήτρια αγάπησε την ζωή και την χάρηκε πολύ κι αυτή της το ανταπέδωσε προσφέροντάς της αναγνώριση και υστεροφημία.
Γράφει στο ποιητικό της υστερόγραφο:
Ποιητικό Υστερόγραφο
«Τα ποιήματα δεν μπορούν πια
να ‘ναι ωραία
αφού η αλήθεια έχει ασχημύνει.
………………………………………….
…………………………………………..
Τα επίθετα μαράθηκαν
μόνο με τις φαντασιώσεις μου
μπορώ τώρα την Ποίηση να διανθίσω.
Όμως πάντα θα την υπηρετώ
όσο βέβαια εκείνη με θέλει
γιατί μόνο αυτή με κάνει λίγο να ξεχνώ
τον κλειστό ορίζοντα του μέλλοντός μου.»
Τρία χρόνια λοιπόν που η Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ βρίσκεται στην καινούρια της «Λυπιού», σ’ αυτόν τον καινούριο «τόπο» για τον οποίο ξεκίνησε να πάει και της αφιερώνουμε τους δικούς της στίχους από αυτήν την ποιητική της σύνθεση:
«Ό,τι χάνεις μένει μαζί σου για πάντα
κι η Λυπιού είναι μια χώρα που έφτιαξα
για να ΄μαι πάντα ένα μ’ αυτά που έχω χάσει…»
Δέσποινα Παπαδοπούλου 21/1/2023