Αναμνήσεις και προσωπικές εμπειρίες από το ποδόσφαιρο στη Λήμνο 1961-1963
Γραφεί : Ο Γρηγόρης Μανινάκης
ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ : ΜΑΘΕ ΤΕΧΝΗ ΚΙ’ ΑΣΤΗΝΕ
Αναμνήσεις και προσωπικές εμπειρίες από το ποδόσφαιρο στη Λήμνο 1961-1963
Επειδή ο παραπάνω τίτλος μπορεί να φανεί περίεργος στον αναγνώστη διευκρινιζω από την αρχή: Αν δεν έπαιζα ποδόσφαιρο στη Λήμνο δεν θα πήγαινα ποτέ στην Αμερική για σπουδές.
Την «τέχνη» λοιπόν, που τόσο καθοριστικά επηρέασε τη ζωή μου, άρχισα να την μαθαίνω με άλλους συνομήλικους μου, από την 4η Δημοτικού στις αλάνες της Μύρινας και σε κάτι αμμουδερά παραλιακά χέρσα του Ρωμέικου Γιαλού, όπου με λαστιχένιες μπάλλες, ένα μπουλούκι πιτσιρικάδες χωριζόμασταν σε δύο ομάδες και με σύστημα «τιμής», δηλαδή χωρίς διαιτητές, επόπτες και VARίστες ριχνόμασταν στον αγώνα.
Συχνά στις αντίπαλες ομάδες δίναμε και γνωστά ονόματα, εγχώρια ή ξένα, όπως Μπαρτσελόνα- Ρεάλ, Γιουβέντους- Ιντερ, ΠΑΟ-Ολυμπιακός, ΑΕΚ- ΠΑΟ και άλλα.
Αγώνες όμως δίναμε και μεταξύ των τάξεων του Δημοτικού και αργότερα του Γυμνασίου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά την ομάδα μας της 3ης Γυμνασίου, που ήταν πολύ δυνατή και συχνά κέρδιζε και την ομάδα της 4ης τάξης.
1960: Η ποδοσφαιρική ομάδα της Γ’ Τάξης του Γυμνασίου Λήμνου στο Μούδρο σε ημερήσια εκδρομή , όπου παίξαμε με την Δ’ Τάξη και κερδίσαμε με 2-0.
Όμως κανονικό ποδόσφαιρο – δηλαδή σε ομάδα – άρχισα να παίζω από το 1960, λίγους μήνες πριν κλεισω τα 15 μου χρόνια, μέχρι το καλοκαιρι του 1963, που έφυγα στην Αμερική με αθλητική υποτροφία ποδοσφαιριστού σε Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
Τα χρόνια εκείνα η τηλεόραση δεν είχε έρθει ακόμη στη Λήμνο . Έτσι, «ζούσαμε αναπνέαμε» και μαθαίναμε το ποδόσφαιρο, με εικόνες που πλάθαμε στη φαντασία μας, ακούγοντας την περιγραφή των αγώνων από το ραδιοφωνο σε κάποιο ζαχαροπλαστείο της Μύρινας και εν μέρει από τις φωτογραφίες στίς τότε αθλητικές εφημερίδες. Με την προϋπόθεση οτι έιχαμε από το σπίτι τις 2,5 δραχμές για μιά πάστα η τουλάχιστον την 1,5 δραχμή για μια γαζόζα.
Θα μπορούσε άραγε να καταλαβει ένας 12χρονος του σήμερα την μεγάλη χαρά που νοιώθαμε όταν στα «Επίκαιρα» των τοπικών κινηματογράφων της δεκαετίας του ’60- Αίγλη, Φοινικας, Κυμα – τύχαινε να δούμε φάσεις ποδοσφαιρικών αγώνων για 1-2 λεπτά στην οθόνη.?
Στην εποχή μας δεν είχαν ακόμη επουλωθεί οι πληγές του εμφυλίου. Έτσι η πολιτική πόλωση και ο φανατισμός είχαν εισχωρήσει και στο τοπικό ποδόσφαιρο, κυρίως από παράγοντες και οπαδούς που μιλούσαν για «ταξικό» διαχωρισμό και αντιπαλότητα μεταξύ των ομάδων. Ο Αστέρας έλεγαν πως ήταν η ομάδα των «αριστερών» και του λαού, ενώ ο Παλλημνιακός των «δεξιών» και του κατεστημένου.
Εγώ πάντως δεν είχα νοιώσει ποτέ κάτι τέτοιο μεταξύ των συνομήλικων μου ποδοσφαιριστών αντιπάλων. Εκτός γηπέδου ήμασταν έφηβοι συμμαθητές και φίλοι.
Η ουσία και το πλεον σημαντικό γεγονός ήταν ότι όταν είχε αγώνα τις Κυριακές, η όμορφη μικρή μας πόλη είχε γιορτή και έσφυζε από ζωή.
Ένα ζωντανό και χαρούμενο ανθρώπινο ποτάμι, οικογένειες, γέροι, νέοι και παιδιά κάθε ηλικίας ξεχείλιζαν τους δρόμους και κατέβαιναν στο γήπεδο για να υποστηριξουν την ομάδα τους.
Το διάστημα 1960-63 ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για όλους τους νεαρούς παίκτες του Παλλημνιακού αφού χάριν των διασυνδέσεων του προέδρου της ομάδας Δημήτρη Ντόντου, είχαμε την καλή τύχη να προπονηθούμε από τον Στάθη Μανταλόζη – φημισμένο τότε τερματοφύλακα του Εθνικού Πειραιώς και της Εθνικής Ελλάδος- λίγο αργότερα από τον Γαβρήλο Γαζή ποδοσφαιριστή και προπονητή του Παναθηναΐκού και τελικά από τον Νίκο Βαγιάκο που εκτος από προπονητής ήταν και συμπαίκτης μας.
Με τις προπονήσεις βελτιώσαμε την φυσική μας κατάσταση και την ποδοσφαιρική μας δεξιότητα ενώ με κάποιους αγώνες που δώσαμε με ομάδες επιλέκτων Ενόπλων – Λιμενικού, Ναυτικού και Αεροπορίας- εμπλουτίσαμε τις ποδοσφαιρικές μας εμπειρίες και αποκτήσαμε αυτοπεποίθηση.
Δεν ήταν και λίγο για δεκαπεντάχρονα επαρχιοτόπουλα να παίζουν με αντιπάλους επώνυμους παίκτες ομάδων πρώτης και δεύτερης κατηγορίας του Κέντρου.