ΑπόψειςΕπιλεγμένα
Εμπειρίες Ζωής και ειναι σαν μυθιστόρημα! Ο καθένας με την Ιστορια του.
Γράφει η Καιτη Σαπέρα – Βρούντζου
Διάβασα ένα κείμενο του Γρηγόρη Μανινάκη για τα τότε Χριστούγεννα στη Λήμνο και τα τώρα των ΗΠΑ.\
Πριν βρεθεί ο Γρηγόρης, Χριστούγεννα, στην Αμερική, βρέθηκα παιδί, εγώ νά τι θύμησες έχω.
Ηταν αρχες Δεκέμβρη 1957 όταν παιδί 9 χρόνων, μετά από πολλά και δύσκολα ταξίδια για τακτοποίηση ταξιδιωτικών εγγράφων, βρεθήκαμε στο υπερωκεάνιο Olympia να πάμε στις ΗΠΑ για να συναντήσουμε τον προ ενάμιση χρόνο μετανάστη πατέρα μας, στη μακρινή αυτή χώρα.
Μεσολάβησαν 17 μέρες περιπετειώδες ταξίδι, διασχίσαμε όλη τη Μεσόγειο και τον τρικυμισμένο Ατλαντικό Ωκεανό
Φθάσαμε στην Ν.Υόρκη στο λιμάνι 22 Δεκέμβρη 1957. Μας είχε ταλαιπωρήσει τόσο η θαλασσοταραχή που δεν είχα κουράγιο να σταθώ στα πόδια μου και μπαίνοντας στο λιμάνι της Ν.Υόρκης, θυμάμαι ακόμη οτι το άγαλμα της Ελευθερίας που δεσπόζει στο Λιμάνι της Ν.Υόρκης το είδα ξαπλωμένη σε ένα καναπέ στην αίθουσα ελέγχου διαβατηρίων και αποβίβασης.
Η Ν.Υόρκη ήταν καταστόλιστη να γιορτάσει τα Χριστούγεννα και να υποδεχθεί το νέο έτος. Ενας στολισμός με χιλιάδες λαμπιόνια σε κάθε κτίριο Δημόσιο και ιδιωτικό, φωτεινά αγγελάκια να παίζουν μουσική, τέτοιο στολισμό ακόμη και σήμερα ύστερα από 65 χρόνια δεν μπορεί να της μοιάσει ούτε η πρωτεύουσα της Ελλάδας.
Αισθάνθηκα όπως η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, “αλλού έβλεπα και αλλού πατούσα” ‘η μάλλον παραπατούσα.
Μια κυρία, που η δουλειά της ήταν η υποδοχή και κατατόπιση των μεταναστών, σε συνεννόηση με τους δικούς μας από το Cleveland Ohio, απόσταση 12 ωρών με το τραίνο, μας υποδέχθηκε και μας οδήγησε στο τραίνο που έκανε το δρομολόγιο Ν.Υόρκη-Cleveland.
Από αγγλική-αμερικάνικη γλώσσα, ίσως γνωρίζαμε ελάχιστες λέξεις εμείς τα δυό παιδιά, η μητέρα μου με εντατικά μαθήματα ενός μήνα σε κάποιο Αιγυπτιώτη, που ήξερε αγγλικά κάτι έμαθε για τις βασικές συνεννοήσεις, με υπεράνθρωπο διάβασμα τη νύχτα με τη λάμπα πετρελαίου.
Φθάνοντας στο Cleveland, μας υποδέχθηκαν ο πατέρας μου και οι θείοι μου. Πήγαμε στο σπίτι της θείας η οποία ήταν εγκατεστημένη στην Αμερική πριν το 1940, δηλαδή περίπου τριάντα χρόνια και ο σύζυγός της ακόμη περισσότερα.
Τι σπίτι ήταν εκείνο, στρωμένο όλο με χαλιά από τοίχο σε τοίχο και στο σαλόνι καταστολισμένο ένα φυσικό χριστουγεννιάτικο δένδρο, από το πάτωμα ως το ταβάνι. Γύρω από το δένδρο πακέτα με δώρα από τον καθένα προς το κάθε μέλος που θα βρισκόταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Ολη τη νύχτα δεν κοιμήθηκα, καθόμουν στη σκάλα για να βλέπω εκείνα όλα τα ωραία πράγματα.
Την άλλη μέρα μας πήγαν στην αγορά στα πολυκαταστήματα να ψωνίσουν και για εμάς όλοι από ένα δώρο.
Είχαμε φύγει από μια Λήμνο της εποχής εκείνης που ένα ξερό κλαδί βαμμένο με το χρώμα που έβαφε η μάνα μας τη σόμπα και το στόλιζε με μπαμπάκι για χιόνι και ντυμένα κορόμηλα με χρυσόχαρτα από τσιγάρα για στολίδια και τα δώρα μας για τις γιορτές ήταν ένα ζευγάρι κάλτσες ή ένα ζευγάρι παπούτσια όταν τα προηγούμενα είχαν λιώσει, και βρεθήκαμε σ’ αυτή την πληθώρα δώρων που τα περισσότερα δεν μας ήταν αναγκαία γιατί είχαμε τα προηγούμενα.
Μετά μας πήγαν σε ένα τσίρκο με ακροβάτες, τρίβαμε τα μάτια μας αν αυτά που βλέπαμε ήταν αληθινά. Στην έξοδο από το τσίρκο στις πόρτες στέκονταν άνθρωποι με κιβώτια γεμάτα παιχνίδια και έδιναν στον καθένα μας από ένα παιχνίδι ανάλογα με το φύλο μας.
Μάζεψα τόσες κούκλες και τόσα φορέματα που έπρεπε σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου να ήμουν παιδί για να φορέσω τα φορέματα και να παίζω με τις κούκλες.
Ασε δε τους φιόγκους που μάζεψα από τα πακέτα των δώρων τη βραδιά των Χριστουγέννων και ο καθένας που άνοιγε το δώρο του, εγκατέλειπε το φιόγκο του πακέτου, και εγώ από την στέρηση της Λήμνου τους μάζευα, τι όμορφοι που ήταν αυτοί οι χρωματιστοί γυαλιστεροί φιόγκοι ‘όλοι μαζί και οι άλλοι τους πετούσαν.
Και όμως θέλαμε να φύγουμε από την Αμερική να γυρίσουμε στη Λήμνο, με τους πολλούς συγγενείς μας, τους φίλους, τους συμμαθητές που τόσο μας αγαπούσαν και τους αγαπούσαμε, με τα κάλαντα μας από σπίτι σε σπίτι με τα λίγα γλυκά από τα χέρια της μαμάς μας, με το χειροποίητο φτωχικό χριστουγεννιάτικο δένδρο μας, τι να τα κάνουμε όλα αυτά τα πολλά δώρα και ρούχα δίχως όλους τους δικούς μας, μόνο με μιά οικογένεια της θείας μου γνωστή μας.
Την επόμενη χρονιά ήμασταν πάλι στη Λήμνο,το θέλαμε και έγινε.
Και τώρα μια εμπειρία ως έγγαμη (περίπου τη δεκαετία 1980).
Ξημέρωναν Χριστούγεννα. Χτύπησε το τηλέφωνο ενώ ακόμη κοιμόμασταν. Ομολογώ οτι αναστατωθήκαμε, γιατί φοβηθήκαμε μήπως κάτι κακό συνέβη στα αγαπημένα μας πρόσωπα.
Το τηλέφωνο σήκωσε ο κτηνίατρος σύζυγός μου. Τι ήθελαν; Κάποιος κτηνοτρόφος αντιμετώπιζε πρόβλημα στη γέννα της αγελάδας του κάπου στην βόρειο ανατολική Λήμνο. Ο καιρός ήταν δύσκολος με φουρτούνα πριν από πολλές μέρες, πλοία δεν ερχόταν στο νησί και είχε ξεμείνει από πετρελαιοειδή. Τυπικός στο επάγγελμά του ο σύζυγός μου ντύνεται και μου λέει πάω να βοηθήσω στη γέννα τον τάδε κτηνοτρόφο, δεν έχω βενζίνη στο αυτοκίνητο, πιστεύω να φθάσω ως τη μάντρα αλλά σίγουρα δεν έχω βενζίνη για να γυρίσω σπίτι. Φεύγω, εσύ με το παιδί όταν σηκωθείτε, ντυθείτε και πηγαίνετε στην εκκλησία, φάτε και καλά Χριστούγεννα να περάσουμε όπου βρεθεί ο καθένας μας.
Μετά από ώρες και ενώ πλησίαζε η μέρα να φθάσει στο μεσημέρι, ακούω τον γνωστό ήχο του αυτοκινήτου μας , βγαίνω και βλέπω το σύζυγό μου που επέστρεψε από τη βορειοανατολική Λήμνο, νωρίς -νωρίς χαρούμενο που θα προλάβαινε ακόμη και τη λειτουργία των Χριστουγέννων.
Ξέροντας οτι δεν υπήρχε βενζίνη στο αυτοκίνητο για επιστροφή ούτε και στα βενζινάδικα, αναρωτήθηκα τι συνέβη.
Η απάντηση ήταν :Κάποιος από τους παραστεκάμενους στη γέννα συγχωριανούς είχε σε ένα μπετόνι λίγη βενζίνη, μου την έβαλαν στο αυτοκίνητο και όλα καλά. Το μοσχαράκι γεννήθηκε υγιέστατο, αφήσαμε τη μάννα του να το περιποιηθεί, βενζίνη για την επιστροφή μου βρέθηκε και η μέρα των Χριστουγέννων συνεχίζεται…
Εμπειρίες ζωής και όχι μυθοπλασίες ούτε ωραιοποιήσεις.
LimnosNea.gr: Η ζωγραφιά ειναι του Γρηγόρη Παπαμαλή, Λημνιού και Μοσχονησιώτη ζωγράφου, με πλούσιο έργο στη Λημνο. Την επιλέξαμε γιατι παραπέμπει στα Χριστούγεννα στη Φάτνη και στο νεογέννητο μοσχαράκι που αναφέρεται στο δημοσίευμα μας