Κορωνοϊός και ψάρια
Κορωνοϊός και ψάρια
Μια από τις παραμέτρους του κορωνοϊού είναι ότι επηρεάζει και τις ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες. Η Ιταλία αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά για το ελληνικό ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας καθώς εκεί κατευθύνεται το 45% του συνολικού αριθμού εξαγωγών τσιπούρας και λαβρακιού. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας το 2018 στην Ιταλία εξήχθησαν 42.934 τόνοι.
H κατάσταση που επικρατεί στην Ιταλία το τελευταίο διάστημα λόγω του κορωνoϊού έχει επηρεάσει σημαντικά τις εξαγωγές ελληνικών ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας και κυρίως εκείνες που προορίζονται για επιχειρήσεις στη γειτονική χώρα, όπως εστιατόρια αλλά και ξενοδοχεία.
Η μείωση στις παραγγελίες είχε μάλιστα φανεί πριν από την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος στην Ιταλία, καθώς σε κινεζικά εστιατόρια της χώρας υπήρχε ήδη πτώση της κίνησης. Οι ακυρώσεις στις παραγγελίες ψαριών άρχισαν να γίνονται μαζικότερες μετά την εμφάνιση των κρουσμάτων και την ανακοίνωση των μέτρων στη γειτονική χώρα.
Μάλιστα η μείωση των εξαγωγών δεν αφορά μόνο στην ιταλική αγορά καθώς το ελληνικό ψάρι εξάγεται συνολικά σε 32 χώρες του κόσμου ενώ εκτός από την Ιταλία άλλες σημαντικές αγορές είναι η Γαλλία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Βόρεια Αμερική. Οι επιπτώσεις ωστόσο στα υπόλοιπές αγορές δεν έχουν ακόμη γίνει ορατές ενώ συγκεκριμένα στοιχεία αναμένεται να γνωστοποιηθούν το επόμενο διάστημα.
Το πλήγμα την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια γίνεται περισσότερο αντιληπτό εάν λάβουμε υπόψη μας ότι συνολικά, περίπου το 80% της ελληνικής παραγωγής ιχθυοκαλλιέργειας εξάγεται, ενώ μόλις το 20% απορροφάται από την εγχώρια αγορά. Ενδεικτικά, το 2018 το 72% των πωλήσεων έγινε προς χώρες τις Ε.Ε. ενώ το 7% προς τρίτες χώρες.
Πρόκειται μάλιστα για έναν κλάδο ο οποίος στην χώρα μας σύμφωνα με τα στοιχεία μέχρι σήμερα εμφανίζει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης. Το ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας μάλιστα σύμφωνα με την ΕΛΟΠΥ βρίσκεται στη δεύτερη θέση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων της χώρας μας.
Παράλληλα η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει σήμερα περισσότερο από το 60% της παραγωγής της Ε.Ε. και κοντά στο 30% της παραγωγής των Μεσογειακών χωρών.
Συγκεκριμένα τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για το 2018 δείχνουν ότι η παραγωγή ανήλθε σε 117.000 τόνους, ενώ ο όγκος πωλήσεων ανήλθε στους 106.500 τόνους.
(πηγή: Insider.gr 11-3-20)