ΑπόψειςΠεριοδικό

Οι Γερμανικές Οφειλές και αποζημιώσεις προς την Ελλάδα

Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης

Οι Γερμανικές Οφειλές και αποζημιώσεις προς την Ελλάδα

 

Πριν λίγες μέρες ανήμερα στις 28 Οκτωβρίου, που γιορτάζαμε την επέτειο του ΟΧΙ στην εισβολή των Ιταλών το 1940 και κατόπιν των Γερμανών στη χώρα μας, μάς επισκέφτηκε επίσημα ο Γερμανός Καγκελάριος Σολτς. Το ίδιο ακριβώς έκανε πριν από αυτόν η Άγγελλα Μέρκελ, κι αυτή είχε έλθει ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου.

Ήταν μια έμμεση πρόκληση προς τον λαό μας, γιατί μας θύμισε την άρνηση της Γερμανίας στο δίκαιο αίτημα μας για να ζητήσει συγγνώμη και να πληρώσει το Γερμανικό κράτος τις πολεμικές αποζημιώσεις που χρωστά στην Ελλάδα και που έχουν, επίσημα, κατακυρωθεί στη χώρα μας μέσα από διεθνείς διασκέψεις (Λονδίνο – Παρίσι). Αποζημιώσεις για τα τρομερά εγκλήματα των ναζί κατά του λαού μας και τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσαν τα κατοχικά γερμανικά στρατεύματα στις υποδομές, την κλοπή πλούτου του ελληνικού λαού και με το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο. Για όλα αυτά τα τρομερά ούτε ο κ. Σόλτς ούτε η κ. Μέρκελ δεν είπαν ούτε μία λέξη, δεν ψέλλισαν καν μια συγγνώμη!

Η κυβέρνηση μας διά στόματος του Υφυπουργού Κων/νος Φραγκογιάννη, αρμόδιου για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια, επίσημα στη Βουλή δήλωσε ότι

«Οι αξιώσεις μας έναντι της Γερμανίας για τις πολεμικές οφειλές, είναι και θα παραμείνουν έγκυρες, πολιτικά και νομικά, απαράγραπτες, ενεργές και διεκδικήσιμες με κάθε μέσο, μέχρι την ικανοποίησή τους. Για την Ελλάδα, το θέμα παραμένει ανοικτό μέχρι την ικανοποίηση των αξιώσεων μας. Είμαστε εν αναμονή των διεργασιών που γίνονται στη Γερμανία μετά τις χθεσινές εκλογές και σας διαβεβαιώνω ότι η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να θέτει το ζήτημα των γερμανικών πολεμικών οφειλών και στη νέα αυτή κυβέρνηση. Το εκκρεμές ζήτημα των γερμανικών πολεμικών οφειλών έχει τεθεί επανειλημμένα από την Ελλάδα προς την γερμανική πλευρά επισήμως και σε κάθε επίπεδο. Δεν αποτελεί συγκυριακή απαίτηση.

Η θέση μας είναι σαφής και σταθερή και εκφράζει την συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής των Ελλήνων και αντανακλά την επιθυμία του ελληνικού λαού. Οι καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα μας, συνεπεία των δύο Παγκοσμίων Πολέμων δεν έχουν διαγραφεί από την ιστορική μνήμη. Θα συνεχίσουμε να τις προβάλλουμε, με κάθε πρόσφορο μέσο, μέχρι την ικανοποίησή τους. Στόχος μας είναι η επίλυση του ζητήματος αυτού με αμοιβαία αποδεκτό τρόπο, που θα προκύψει μέσα από την διαπραγμάτευση και τον διάλογο με την Γερμανία. Οι ενέργειες του Υπουργείου Εξωτερικών γίνονται με υπευθυνότητα και συνέπεια, με συντονισμό όλων των συναρμοδίων υπηρεσιών οι οποίες ασχολούνται συστηματικά με όλες τις πτυχές της πολύπλοκης αυτής διαφοράς».

Τα έχουμε ακούσει κι άλλες πολλές φορές τέτοια λόγια από Έλληνες πολιτικούς.

Καλό είναι να ξέρουμε περί τίνος ακριβώς πρόκειται, τι άδικο και κακό μας έκαναν οι Γερμανοί κατακτητές, και τι ακριβώς ζητάμε από αυτούς.

Μπορούμε να το μάθουμε διαβάζοντας ένα εξαιρετικό βιβλίο, που ενισχύει τη θέση της χώρας μας και αποτελεί ένα πολύ σημαντικό όπλο στα χέρια της Ελληνικής διπλωματίας. Το επιμελήθηκε και το εξέδωσε η Εθελοντική Ομάδα Δράσης Νομού Πιερίας Ο ΤΟΠΟΣ ΜΟΥ (που έχει έδρα τον Καπνικό Σταθμό στην Κατερίνη, οδός Φλέμιγκ, δίπλα στα δικαστήρια).

Ο συγγραφέας του βιβλίου είναι διάσημος Γερμανός ιστορικός, ο Prof. Dr. Karl-Heinz Roth και ο τίτλος του βιβλίου «Η οφειλή επανορθώσεων – υποθήκες της γερμανικής  κατοχικής εξουσίας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη».

Στις 24 Νοεμβρίου 2018,  μια μέρα πριν την επέτειο του Γοργοποτάμου, αντιπροσωπεία του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης γερμανικών αποζημιώσεων  παρέλαβε στον Καπνικό Σταθμό Κατερίνης τον πρώτο φάκελο εργασίας με όλα τα στοιχεία που αφορούν το βιβλίο, ενώ στις 23 Ιανουαρίου 2019 πραγματοποιήθηκε η επίσημη παρουσίαση του βιβλίου στην Αθήνα παρουσία του Γερμανού ιστορικού.

Όπως αναφέρει η ΕΟΔΝΠ, «Η χώρα μας γνώρισε με οδυνηρό τρόπο τον φασισμό στη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου. Τα ναζιστικά στρατεύματα του Χίτλερ άφησαν πίσω τους  1,5 εκατομμύριο νεκρούς Έλληνες και δεκάδες χωριά λεηλατημένα και ισοπεδωμένα ενώ 74 χρόνια μετά η επανενωμένη Γερμανία, αρνείται να αναλάβει την ευθύνη των εγκλημάτων που διέπραξε το Γ΄ Ράιχ στην Ελλάδα και να κλείσει την μαύρη σελίδα του ναζισμού που σκιάζει τις σχέσεις των δύο χωρών. Μάλιστα προσπαθεί με ύπουλο τρόπο να διεισδύσει σε Δήμους, να   αλλοιώσει συνειδήσεις, να διχάσει κοινωνίες, ώστε να δυσκολέψει το έργο της διεκδίκησης και της δικαίωσης.

Το γερμανικό κράτος, γλυκαίνοντας το χάπι της πικρής μνήμης, ιδίως των μαρτυρικών τόπων και χωριών, με επιμέρους υλικές παροχές και προσδοκίες έναντι των «ιθαγενών», καθώς   και ανώδυνες εκφράσεις «θλίψης» και «ενοχής» από πολιτειακούς της παράγοντες, ζητά ουσιαστικά να θαφτεί οριστικά, μια για πάντα, το ιστορικά δίκαιο αίτημα για υλική αλλά και ηθική ταυτόχρονα επανόρθωση και αποκατάσταση  των καταστροφών και των ανθρώπινων θυσιών από τον  βάρβαρο στρατό του Γ’ Ράιχ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».

 

Το βιβλίο είναι διαθέσιμο από την ΕΟΔΝΠ, τιμάται προς 15 ευρώ και αξίζει να το έχει κανείς.

 

Ο ίδιος ο Γερμανός συγγραφέας δήλωσε:

«Οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης και αυτές της νοτιοανατολικής και ιδιαίτερα η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα υπέστησαν τα χειρότερα από τους ναζί».

Για τη διαχρονική άρνηση της Γερμανίας να εξοφλήσει τα χρέη της προς την Ελλάδα σχολιάζει πως από την αρχή δεν είχε σκοπό να το κάνει. Μιλά για τη «γραφειοκρατία των επανορθώσεων» ένα μηχανισμό που διαρκώς παρέπεμπε στο μέλλον το ζήτημα. Μάλιστα, όπως σημειώνει τη δεκαετία του ’50 υπήρχαν ορισμένες συνθήκες όπου η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έπρεπε να καταβάλλει κάποιες αποζημιώσεις, αλλά παράλληλα υπήρχε και η δικαιολογία των δύο Γερμανιών, όπου βάσει της Συμφωνίας του Λονδίνου το ζήτημα των επανορθώσεων – αποζημιώσεων παραπέμπονταν προς αποσαφήνιση σε μια μελλοντική συνθήκη ειρήνης και επανένωσης των δύο Γερμανιών. Όταν αυτό έγινε, το 1990, με τη συνθήκη 2+4 (Οι δύο Γερμανίες, οι ΗΠΑ, Ρωσία, Γαλλία, Μ. Βρετανία) το θέμα των αποζημιώσεων δεν συμπεριλήφθηκε.

«Αυτό ήταν κυνικό» λέει και προσθέτει: «Η Ελλάδα δεν υπέγραψε αυτή τη συμφωνία, όπως και οι υπόλοιποι μικρότεροι σύμμαχοι. Οι μεγάλες δυνάμεις δεν τους συμπεριέλαβαν, η αφαίρεση των αιτημάτων για τις επανορθώσεις έγινε χωρίς τη συγκατάθεσή τους και γι′ αυτό θεωρώ πως αυτή η συνθήκη δεν είναι έγκυρη όσον αφορά την Ελλάδα. Αυτό το τονίζω και στο βιβλίο μου και λέω κρατήστε το αίτημα ενεργό. Το αίτημα σας, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο δεν έχει ημερομηνία λήξης. Η Ελλάδα όπως και η Πολωνία πρέπει να επιμείνει».

 

Ο κ. Ροτ υπενθυμίζει πως τα χρήματα που έχουν πληρωθεί από πλευράς της Γερμανίας στην Ελλάδα μέχρι σήμερα ανέρχονται στα 700 εκατομμύρια ευρώ. «Δεν είναι ούτε το 0,1% από εκείνα που οφείλει η Γερμανία στη χώρα σας» τονίζει.

Πόσα οφείλει η Γερμανία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις σας;

Η Γερμανία πρέπει να πληρώσει 202 δισ. ευρώ μαζί με το κατοχικό δάνειο. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται όλες οι καταστροφές των υποδομών, η ανθρωπιστική καταστροφή, αλλά και η καταναγκαστική εργασία. Το ποσό αυτό, ανάλογα πως το υπολογίζεις με τον πληθωρισμό ή αν βάλεις και τα επιτόκια μπορεί να ανέλθει στα 425 δισ. ευρώ., εμείς το υπολογίζουμε με τον πληθωρισμό.

 

Πολλοί ιστορικοί όπως ο κ. Φλάισερ ισχυρίζονται ότι αυτό που πρέπει να διεκδικήσει η ελληνική πλευρά είναι το κατοχικό δάνειο, με το σκεπτικό ότι η ελληνική περίπτωση είναι μοναδική έτσι και η αποπληρωμή του δεν θα δημιουργήσει τετελεσμένο για άλλα κράτη να ζητήσουν κάτι αντίστοιχο. Όμως αυτό κατά τη γνώμη μου δεν είναι ακριβές, υπάρχουν και άλλα κράτη με παρόμοιες υποθέσεις και υποστηρίζω για την Ελλάδα πως δεν πρέπει να απεμπολήσει τις απαιτήσεις της και να διεκδικήσει το σύνολο των απαιτήσεών της».

 

Ο κ. Ροτ εκτιμά, βάσει συζητήσεων που είχε πρόσφατα με κάποια στελέχη των Πρασίνων, πως το πολιτικό κατεστημένο στη χώρα του ίσως να είναι διατεθειμένο να συμβιβαστεί και να δώσει ένα συμβολικό ποσό στην Ελλάδα, που θα αφορά το κατοχικό δάνειο και όχι τις επανορθώσεις. Αλλά επισημαίνει πως μάλλον θέλουν να το κάνουν να φαίνεται ως μια κίνηση αυτόβουλη από μέρους τους, να μην είναι δηλαδή αποτέλεσμα κάποιας νομικής διαδικασίας.

«Απορρίπτουν κάθε συζήτηση για επανορθώσεις τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Πολωνία» λέει και προτείνει τη συνεργασία των δύο κρατών για να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση στη Γερμανία, η οποία όπως λέει προτάσσει πάντα τη νομικίστικη προσέγγιση έναντι της κουλτούρας της μνήμης.

 

Για τη γερμανική κοινή γνώμη εξηγεί πως αυτή συζητά για τα εγκλήματα που διέπραξε το καθεστώς των ναζί στο εσωτερικό της χώρας ενάντια στους αντιφρονούντες Γερμανούς και όχι για τις δράσεις τους ως κατακτητές της Ευρωπαϊκής ηπείρου. «Είναι χρέος μας ως ιστορικοί να διευρύνουμε την αντίληψή τους για το τι έχει συμβεί, άλλωστε αυτό μπορεί να είναι και η βάση για κάθε συζήτηση σχετικά με το ζήτημα των επανορθώσεων» καταλήγει.

 

Ογδόντα χρόνια από τότε που η Ελλάδα βρέθηκε υπό γερμανική κατοχή και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μοιάζει με κοντινή ανάμνηση. Η χώρα γκρεμίστηκε και ξαναφτιάχτηκε. Όλο και λιγότεροι θυμούνται τους νεκρούς με τα ονόματά τους, είναι άλλωστε χιλιάδες.

Δεν είναι οι επέτειοι που μας τον θυμίζουν, αλλά εκείνο το ανοιχτό τραύμα, αυτή η πληγή που δεν λέει να κλείσει. Είναι οι σφαγές, οι τελευταίες εν ζωή μαυροφορεμένες γριές στην Κρήτη και αλλού, οι ωμές περιγραφές των σαδιστικών εγκλημάτων, ο πόνος που περνάει από γενιά σε γενιά.

 

Η περίοδος της Κατοχής εξακολουθεί να έχει πολύ μεγάλη σημασία για τους Έλληνες και αυτό αντικατοπτρίζεται και στις ελληνογερμανικές σχέσεις.

Αν και το σύνολο σχεδόν των πολιτικών κομμάτων της Γερμανίας αναγνωρίζει  ότι υπήρξαν εγκλήματα πολέμου και παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κανείς δεν παίρνει θέση για τις επανορθώσεις και τις αποζημιώσεις.

Η Γερμανία και η Ελλάδα είναι μέλη της ΕΕ. Παρότι σύμμαχοι, η καχυποψία είναι βαθιά ριζωμένη.

Μπορεί να υπάρξει πραγματική συμφιλίωση; Πώς θα επουλωθεί το τραύμα, αν το χρέος παραβλέπεται;

Η Γερμανία διαχρονικά αρνείται να αναλάβει τις ευθύνες της, και οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν δείξει ατολμία και πολλές φορές χρησιμοποίησαν το θέμα των επανορθώσεων – αποζημιώσεων για πολιτικές σκοπιμότητες.ο

Δείτε περισσότερα

Σχετικά Άρθρα

Back to top button