Τα χρυσάνθεμα και η γιορτή του Αγίου Δημητρίου

Τα χρυσάνθεμα και η γιορτή του Αγίου Δημητρίου
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Ο μήνας Οκτώβριος αν και φτωχός γενικά σε φρούτα (όπως λέει και το όνομα της εποχής (Φθινόπωρο, «φθίνουν οι οπώρες»), εντούτοις είναι πλούσιος σε ομορφιές και γιορτές. Τον αποκαλούν με πολλά ονόματα Αϊ- Δημητριάτη, Bροχάρη, Σποριάτη, Σποριά, Σπαρτό, Μπρουμάρη. Ανάλογα με την έμπνευση του ποιητή και του ζωγράφου. Τα χρυσάνθεμα είναι το κατ’ εξοχήν λουλούδι του Φθινοπώρου και ο λαός τού έδωσε το προσωνύμιο «αηδημητριάτικα», επειδή συμπίπτει η άνθησή τους με τη γιορτή του Αγίου Δημητρίου. Ο γλυκός καιρός των ημερών, το «μικρό καλοκαιράκι» όπως λέγεται, ευνοεί την άνθησή τους. Όπως λέει και η έκφραση, «Αη-Δημητράκη, μικρό καλοκαιράκι» ταυτίζοντας τη μεγάλη γιορτή με το εποχιακό άνθισμα των χρυσάνθεμων.
Χρυσάνθεμο σημαίνει το άνθος του χρυσού και η καταγωγή τους είναι από την Κίνα. Τα χρυσαφένια αυτά φυτά του Αγίου Δημητρίου μπορούμε να τα βρούμε πλέον όλη τη διάρκεια του χρόνου αφού καλλιεργούνται και σε θερμοκήπια σε διάφορα χρώματα,
Τα χρώμα και το άρωμα του ευλογημένου αυτού λουλουδιού ας πλημμυρίσει με αισιοδοξία τη ζωή μας.
Να και μια σχετική παλιά ιστορία:
“Mια φορά κι ένα καιρό σε μια χώρα μακρινή, ζούσε ένας δράκος που όλοι τρέμανε στην θωριά του. Ήταν πελώριος με γαμψά νύχια στα πόδια με μακριά ουρά γεμάτη αγκάθια με βλοσυρό βλέμμα στα κατακόκκινα μάτια του. Όταν θύμωνε μιλούσε με βροντερή ανθρώπινη λαλιά. Κανείς ποτέ δεν είχε γλυτώσει απ΄ τα νύχια του αν έπεφτε στο δρόμο του. Μια μέρα, Οκτώβριο μήνα, μια όμορφη κοπέλα έφτασε κοντά στα μέρη του, έψαχνε το δρόμο για τη σπηλιά του. Το φοβερό τέρας κρατούσε αιχμάλωτο τον αγαπημένο της. Εκείνη δεν φοβόταν όσα κι αν της είπαν. Σαν συναντήθηκαν της είπε πως θα τον άφηνε ελεύθερο μόνο αν εκείνη του έφερνε ένα χρυσάνθεμο με εκατό πέταλα.
Μέρες και νύχτες η κοπέλα γύριζε κάμπους και βουνά δάση και ρεματιές ψάχνοντας να βρει το χρυσάνθεμο που της ζητούσε ο δράκος. Οι σοφοί λέγανε πως τέτοιο λουλούδι δεν υπάρχει. Τότε, έκοψε ένα χρυσάνθεμο, έβγαλε μια βελόνα από κείνες που κρατούσαν τα μαλλιά της κι άρχισε με ατέλειωτη υπομονή να χαράζει τα πέταλα του λουλουδιού. Δούλεψε χωρίς να σταματήσει λεπτό, όταν τα χώρισε σε εκατό, έτρεξε στη σπηλιά του δράκου και του το δώσε. Ο δράκος τα μέτρησε και τα βρήκε σωστά. Άφησε τότε το παλικάρι ελεύθερο κι ο ίδιος πήρε το λουλούδι του και χάθηκε για πάντα στα βάθη της σπηλιάς. Το ζευγάρι ευτυχισμένο γύρισε στο σπίτι του κι από τότε λένε πως τα χρυσάνθεμα ανθίζουν με εκατό φύλλα-πέταλα κάθε Οκτώβρη”.