ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑΣ – Τα φαγάδικα (που ανοίγουν)
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑΣ – Τα φαγάδικα
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Διευκρίνιση: Οι τυχόν διαφημίσεις που παρεμβάλλονται ενδιάμεσα σ’ αυτό το κείμενο γίνονται από τον διακομιστή του διαδικτύου και δεν έχουν σχέση ούτε με τον συντάκτη ούτε με το περιεχόμενο του.
Ξεπεράσαμε τους δέκα χιλιάδες (10.000) νεκρούς και τους εκατό χιλιάδες (100.000) διασωληνωμένους από την αρχή της πανδημίας μέχρι σήμερα. Χειρουργεία τακτικά έκλεισαν και δεν γίνονται οι προγραμματισμένες εγχειρήσεις, έχουν ανασταλεί τακτικά εξωτερικά ιατρεία, επιστρατεύτηκε ο στρατός (τα στρατιωτικά νοσοκομεία), όλοι οι γιατροί λένε ότι βρισκόμαστε – και πράγματι είμαστε – σε εμπόλεμη κατάσταση.
Παρ’ όλα αυτά, εμείς το χαβά μας! Κορωνοπάρτι, βόλτες χωρίς αποστάσεις, χωρίς μάσκες, ο ένας πάνω στον άλλον στα αστικά και το μετρό.
Το κύριο και φλέγον θέμα που μας βασανίζει είναι πότε θα ανοίξει η εστίαση και πού θα φάμε το πασχαλινό αρνί, στο χωριό ή στο μπαλκόνι.
Κι όταν λέμε εστίαση, εννοούμε τα φαγάδικα.
Άνοιξε η εστίαση πρόσφατα στη Βρετανία και μερικές άλλες χώρες, αλλά εκεί οι άνθρωποι πήγαν σεμνά και ωραία μόνο για ένα ποτό, για ένα καφεδάκι ή μια μπύρα. Και μόνο το Σαββατοκύριακο. Οι πιο πολλοί προτίμησαν ένα πικ-νικ, δηλαδή πήραν από το σπίτι τα σάντουιτς και έστρωσαν κάπου στην εξοχή ή τα πάρκα να φάνε οικογενειακά. Στις χώρες αυτές οι άνθρωποι στις 8 η ώρα το βραδάκι τρώνε κάτι ελαφρύ και πηγαίνουν για ύπνο.
Εμείς, αντίθετα, στις 10 το βράδυ, αντί να βάλουμε τις πιτζάμες και να πάμε για ύπνο, ντυνόμαστε και βγαίνουμε έξω για να πάμε να φάμε και να γυρίσουμε πίσω μετά τις 1-2 τη νύχτα. ‘Οταν λέμε ότι «θα βγούμε έξω» (από το σπίτι), εννοούμε ότι θα καταλήξουμε σε κάποιο τραπέζι, σε κάποια από τις χιλιάδες ταβέρνες, ψαροταβέρνες, χασαποταβέρνες, πιτσαρίες, ουζερί, γυράδικα, σουβλατζίδικα και γενικά «φαγάδικα».
Πολλοί Αθηναίοι, αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις, κάνουν 50 – 100 χιλιόμετρα για να πάνε σε κάποια παραλιακή ταβέρνα, ενώ δεν είναι λίγοι στη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία που κάνουν ακόμα περισσότερα χιλιόμετρα για να πάνε μια βόλτα π.χ. στο ΠΕΡΕΚ (στον Χορτιάτη) ή στο Μέτσοβο, όπου «έχει καλό κατσικάκι στη σούβλα» και άλλες σπεσιαλιτέ.
– Πάμε στο Σταυρό και στα Πριόνια για φασουλάδα και γίδα βραστή;
Αυτό μου πρότεινε ένας φίλος προχτές. Ο Σταυρός είναι το πρώτο ορειβατικό καταφύγιο στον Όλυμπο και τα Πριόνια σε υψόμετρο 1.100 μέτρων και σε απόσταση συνολικά 80 χιλιομέτρων από την Κατερίνη.
Κάποιος άλλος πρότεινε τις εξαιρετικές ταβέρνες στο Κίτρος στην πλατειούλα με τον πλάτανο και τους πελαργούς, στο ΚΟΥΚΟΣ ΙΝΝ με θέα τα Πιέρια, στο Πλατανόδασος δίπλα στο ποταμάκι, στο Ελατοχώρι με τη σπεσιαλιτέ αγριογούρουνο, στον Παλιό Παντελεήμονα κάτω απ’ τα πλατάνια και τις κληματαριές, στην Πηγή των Μουσών και το CASTELLO στον Νέο Παντελεήμονα με πανοραμική θέα, το ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ στο Βαρικό, τις αμέτρητες ψαροταβέρνες από τη Μεθώνη μέχρι τον Πλαταμώνα…
Μόνο στην χώρα μας υπάρχουν και λειτουργούν μπουγατσάδικα και πατσατζίδικα, και μάλιστα 24 ώρες το 24ωρο.
Μόνο στη χώρα μας υπάρχει μια πόλη, ο Βόλος, όπου όλο το παραλιακό της μέτωπο σε ακτίνα 5 χιλιομέτρων είναι γεμάτο από εκατοντάδες τσιπουράδικα, που συνοδεύουν το τσίπουρο με 185 διαφορετικούς μεζέδες.
Μόνο στη χώρα μας έχουμε 18 διαφορετικά είδη επιτραπέζιες ελιές (Καλαμών, Θάσου, Αμφίσης, ξιδάτες, ζαρωμένες κλπ.) και τα καφενεία μας σερβίρουν 18 διαφορετικούς ελληνικούς καφέδες (βαρύγλυκο, μέτριο, σκέτο, γλυκύβραστο, Ναι και Όχι, στο μπρίκι, στη χόβολη κλπ).
Και κάθε μέρος στην Ελλάδα φημίζεται για κάτι φαγώσιμο: Πατάτες Νευροκοπίου, φασόλια Πρεσπών, αντσούγιες Καλλονής, καβουρμάς και βενιζελικά Λήμνου, πέστροφες Έδεσσας, βουβαλίσιο κρέας και γιαούρτι Κερκίνης, βατραχοπόδαρα Ιωαννίνων, αυγοτάραχο Μεσολογγίου, κοκορέτσι και γαρδούμπα Τριπόλεως, πιπεριές κόκκινες Φλωρίνης, πατσάς και κουλούρι Θεσσαλονίκης, παστουρμάς Κομοτηνής, μπουμπάρι και σπεντζοφάϊ Πηλίου, μπλατσαριά Μετσόβου, φάβα και ντοματοκεφτέδες Σαντορίνης, μπουρδέτο Κέρκυρας, μόστρα Μυκόνου, σφουγκάτο Μυτιλήνης κηπευτικά και χοχλιοί Κρήτης, ραβανί Βεροίας, ακανές Σερρών, τρίγωνα Πανοράματος, λουκούμια Σύρου, χαλβάς Φαρσάλων κλπ. κλπ.
Γενικά, το εκλεκτό και νόστιμο φαγητό, είναι μέσα στην κουλτούρα μας. Ζούμε για να τρώμε, αντί να τρώμε για να ζούμε. Οι περισσότερες φωτογραφίες μας είναι γύρω από ένα τραπέζι. Όταν ένα μικρό παιδί είναι «φαγανό» το θεωρούμε υγιές, το κυνηγάμε με το πιάτο και το κουτάλι να το ταίσουμε, κι ας γίνει στη συνέχεια παχύσαρκο. Εκατοντάδες επιχειρήσεις χρεοκόπησαν και έκλεισαν, ενώ αντίθετα τα φαγάδικα περίσσεψαν. Οι πιο δημοφιλείς εκπομπές στην τηλεόραση μας έχουν σχέση με το μαγείρεμα.
Πολλές λέξεις και εκφράσεις που χρησιμοποιούμε για το φαγητό είναι αποκλειστικά ελληνικές και δεν μεταφράζονται: ντερλικώνω, χλαπακιάζω, έφαγε τον αγλέωρα, την έκανα ταράτσα, είναι βούτυρο στο ψωμί του, βράσε ρύζι, πιάσε το αυγό και κούρευτο, φάτε μάτια ψάρια κι η κοιλιά περίδρομο, νηστικό αρκούδι δε χορεύει, ζήσε Μάη να φας τριφύλλι…
Και η μεγαλύτερη αγωνία που έχουμε αυτές τις μέρες είναι, πότε θα ανοίξουν η εστίαση και τα φαγάδικα.