Περιοδικό
Λημνος – Μουδρος : Ο Ντικ του Γ. Ρίτσου
Ο ΝΤΙΚ ΤΟΥ ΡΙΤΣΟΥ
Γράφει η Βαρβάρα Βαγιάκου Βλαχοπούλου
Η ζωή μας έχει περίτρανα αποδείξει πως δεν είναι ίσιος δρόμος για κανέναν …είναι δρόμος με σταυροδρόμια. Και ευτυχώς: γιατί στα σταυροδρόμια δίνονται τα ραντεβού των εκπλήξεων. Σε ένα απο αυτά η ζωή μου συναντήθηκε με την ποίηση του Ρίτσου. Μεγάλη μου τιμή , ένιωσα να ψηλώνω.
Μπόλικη πέτρα …μπόλικη καρδιά
να χτίσουμε τις αυριανές μας φάμπρικες
τα Λαϊκά Μέγαρα .Τα κόκκινα στάδια και το μεγάλο μνημείο των ηρώων της επανάστασης .
Να μη ξεχάσουμε και το μνημείο του Ντικ
της ομάδας του Μούδρου
που τον σκοτώσαν οι χωροφυλάκοι
γιατί αγάπαγε τους εξόριστους.
Να μη ξεχάσουμε σύντροφοι τον Ντικ
το φίλο μας το Ντικ που γαύγιζε τις νύχτες
στην αυλόπορτα, αντίκρυ στη θάλασσα
κι αποκοιμιόταν τα χαράματα
στα γυμνά πόδια της Λευτεριάς
με τη χρυσόμυγα του Αυγερινού
πα στο στυλωμένο αυτί του .
Τώρα ο Ντικ κοιμάται στη Λήμνο
δείχνοντας πάντα το ζερβί του δόντι.
Μπορεί μεθαύριο να τον ακούσουμε πάλι
να γαυγίζει χαρούμενος σε μια διαδήλωση
περνοδιαβαίνοντας κάτω απο τις σημαίες μας
έχοντας κρεμασμένη στο ζερβί δόντι
μια μικρή πινακίδα
ΚΑΤΩ ΟΙ ΤΥΡΑΝΟΙ
«Ηταν καλός ο Ντικ»
Το ποίημα αυτο το εγραψε ο ΡΙΤΣΟΣ όταν την εποχή του Εμφυλίου είχε βρεθεί για ένα διάστημα εξόριστος στο Μούδρο της Λήμνου. Αργότερα το μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος και τραγουδήθηκε εξαίρετα απο την Μαρία Δημητριάδου και τον Σάκη Μπουλά.
Οι εξόριστοι στο Μούδρο ηταν πάνω απο χίλιοι.Τους είχαν παραχωρήσει παλιά σπίτια σε διάφορα σημεία του χωριου ,να τα επισκευάσουν οι ίδιοι και να μείνουν .Επίσης και κάτι παλιές αποθήκες στο λιμάνι που τις ονόμασαν στρατόπαιδο των εξορίστων.
Φυσικά η μόνη ελευθερία που είχαν ηταν να κυκλοφορούν μέσα στο στρατόπαιδο ,να κάνουν μπάνιο στη θάλασσα και να παίζουν ποδόσφαιρο στον αερολιμένα πάντα υπό την απειλή του όπλου .
Ανάμεσα τους ο πιστός τους φίλος Ντίκ ,ο σκύλος του αγροφύλακα.
Τους ακολουθούσε παντού .Του μίλαγαν και τους κουνούσε τα αυτιά …τον χάιδευαν και τους κουνούσε την ουρά.Σχέση εξάρτησης ζηλευτή .
Αυτή τη σχέση ζήλεψε ο ξερακιανός χωροφύλακας που ένιωθε σημαντικός πίσω απο το όπλο της φοβέρας και η ασημαντότητά του πάτησε τη σκανδάλη και αφαίρεσε τη ζωή απο το άμοιρο σκυλί .Η σφαίρα στόχευσε την χρυσόμυγια της ευτυχίας του .Δεν πρόλαβε καν να του δείξει το ζερβί του δόντι .
Το σκυλί αιμόφυρτο σύρθηκε σε μια βρόχινη νερολακκούβα έξω απο το στρατόπεδο ,ακριβώς μπροστά στα γυμνά πόδια ενός δεκατετράχρονου αγοριού που τυχαία περνούσε εκείνη την ώρα απο κει.
Ο Γρηγοράκης βλέποντας το θάνατο να τριγυρνά πάνω απο το σκυλί και το νερό να βάφεται ροζ απο το αίμα του Ντικ , έσκυψε σήκωσε στην αγκαλιά του το βαρύ άψυχο πια κορμί και τρεχάλα έφτασε στο ιατρείο του κοινοτικού γιατρού.»Κυριε Σταύρο κάντε κάτι,τον τουφέκισε ο χωροφύλακας»
Και ο Σταύρος Δημητριάδης, ο εξαίρετος γιατρός του Μούδρου ,έρριξε μια πονεμένη ματιά στο κουφάρι που ο μικρός κρατούσε με λατρεία στην αγκαλιά του και με την ίδια ματιά χαϊδεψε τα ολότρομα θολά μάτια του αγοριού.Ηταν οικογενειακός τους φίλος « Γρηγοράκη πάμε να το θάψουμε παρέα»
Τότε ο μικρός Γρηγόρης πήρε την απόφαση να γίνει Κτηνίατρος σα μεγαλώσει .Και έγινε,Ηταν ο σύντροφος της ζωής μου :
Αυτη την ιστορία μας την είχε διηγηθεί πολλές φορές ο άντρας μου Μοναδικος πρωταγωνιστής ο Ντικ .
Καταλαβαίνετε την έκπληξη μου όταν μια μέρα τυχαία μέσα στο YouTube ανακάλυψα τη μελοποιημένη ποίηση του Ρίτσου .Τότε αυτόματα και δικαιωματικά οι πρωταγωνιστές γεννήκαν τρεις…και δυστυχώς η ζωή δεν τους είχε φυλάξει κανένα σταυροδρόμι. Ηταν και οι τρεις απόντες.