2024
ΕπιλεγμέναΠεριοδικό

«ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟΝ  ΑΝ.  ΚΟΤΣΑΛΗ»

«ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟΝ  ΑΝ.  ΚΟΤΣΑΛΗ »

Γράφει ο Γιώργος Δ. Σαββόγλου , Δάσκαλος

Αχ!  Βρε παιδιά… Τι σου είναι κι αυτός ο χρόνος !  Στο σαρωτικό πέρασμά του, στο φθοροποιό διάβα του αλλοιώνει και καταστρέφει τα πάντα !   Όλοι   οι άνθρωποι  και τα έργα τους πάνω στη γη ,οι πάντες και τα πάντα ,ανεξαιρέτως, εξαρτώνται απ’ αυτόν και  υποτάσσονται  στο ανελέητο και αδυσώπητο έργο του .

Δείτε αυτή τη φωτογραφία! Είναι σίγουρο πως θα καταλάβετε γιατί γράφω αυτά τα λόγια και θα συμφωνήσετε απόλυτα μαζί μου.

Ναι! Δυστυχώς !Αυτό που φαίνεται σ’ αυτήν εδώ τη φωτογραφία, αποτυπώνει πλήρως το σκληρό ,άσπλαχνο και άχαρο πρόσωπο του φθοροποιού χρόνου. Πολλοί θα είναι εκείνοι (και ιδιαίτερα οι Αντρωνιάτισσες και οι Αντρωνιάτες) που θα αναγνωρίσουν και θα καταλάβουν ότι πρόκειται γι’ αυτό ακριβώς το ταπεινό και παλιό κτίριο που στέγασε για πάνω από σαράντα χρόνια το μπακάλικο- παντοπωλείο του κυρ Παναγιώτη και της κυρα Τασίας Κότσαλη στο Ανδρώνι.

Ο κυρ Παναγιώτης και η κυρά Τασία βρέθηκαν στο νησί μας, λίγο μετά την κατοχή ,κυνηγημένοι  απ ‘ το  μαύρο και  βρώμικο  πολιτικό καθεστώς της μετακατοχικής Ελλάδα. Διώχτηκαν, εξορίστηκαν, φυλακίστηκαν ,βασανίστηκαν, γιατί απλά έκαναν το χρέος τους απέναντι στην ανθρωπότητα και την πατρίδα τους. Πολέμησαν τον ναζισμό , τον φασισμό και τους Γερμανούς. Ως ανταμοιβή, γνώρισαν το  απάνθρωπο και σκληρό πρόσωπο του τότε μετεμφυλιακού  επίσημου κράτους, όπως εξάλλου και χιλιάδες άλλοι πατριώτες μας, που έκαναν κι αυτοί το χρέος τους.

Ναι! Η φωτογραφία δείχνει ένα παλιό ερειπωμένο και ετοιμόρροπο κτίριο. Όχι , όμως !!! Δεν πρόκειται  μόνο, έτσι  απλά, για  ένα  εγκαταλειμμένο παλιό κτίσμα. Πρόκειται για ένα αναπόσπαστο  κομμάτι της τοπικής ιστορίας μας, του τόπου μας, του Αντρωνιού μας, της ζωής μας και της καρδιάς μας.

Πολλοί είναι εκείνοι οι γνωστοί μας και δικοί μας  άνθρωποι που έχουν φύγει απ’ αυτή τη ζωή. Υπάρχουμε  όμως ακόμα  κι εμείς που έχουμε ζήσει τα χρόνια εκείνα και έχουμε σχέση πολύ δεμένη με την ιστορία αυτού του παλιού παραδοσιακού παντοπωλείου. Αλήθεια! Πόσες πολλές είναι οι εικόνες, οι αναμνήσεις που έχουμε κρατήσει στο μυαλό μας, οι στιγμές που έχουμε ζήσει! Πόσα πολλά είναι εκείνα τα συναισθήματα που πλημμυρίζουν τη ψυχή μας, όταν βλέπουμε αυτή τη φωτογραφία!

Ποιος δε θυμάται, αλήθεια, τις ευγενικές, συμπαθητικές, καλοσυνάτες και πάντα χαμογελαστές μορφές του κυρ Παναγιώτη και της  κυρα  Τασίας ! Ποιος  δεν έχει ακόμα  μέσα στο μυαλό του εικόνες με κάθε λεπτομέρεια  απ ’την κάθε γωνιά  και απ’ το κάθε σημείο του μπακάλικου αυτού: Την απλοϊκή ταμπελίτσα ( πάνω απ’ την δίφυλλη ξύλινη εξώπορτα με την τσάγρα και τους δυο μεγάλους κρίκους) που έγραφε σε δυο γραμμές: ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟΝ  – ΑΝ. ΚΟΤΣΑΛΗ .  ( Το ΑΝ. απ’ τ’ αρχικά γράμματα του ονόματος της κυρά Τασίας – Αναστασίας). Να, και στη γωνία αριστερά, έξω, ξαπλωμένο το βαρύ βαρέλι με το πετρέλαιο. Θυμάμαι τις νοικοκυρές με το μπουκάλι  στο χέρι να περιμένουν, για να τους το γεμίσει ο κυρ Παναγιώτης με το «γαζ’» που ήταν απαραίτητο για τις γαζόλαμπες και τις γκαζιέρες . Το βρίσκαμε σαν παιχνίδι, πιτσιρικάδες τότε, να καθόμαστε πάνω και να  κουβεντιάζουμε με τις ώρες. Ευτυχώς  σώζονται ακόμα τα  μεγάλα πτυσσόμενα  ξύλινα παντζούρια που προστάτευαν και ασφάλιζαν (με δυο διαγώνιες σιδερένιες μπάρες) τις  δυο ξύλινες τζαμαρίες με τα τετράγωνα τζάμια δεξιά  και αριστερά της εξώπορτας.

Μέσα, πάνω στο  ταπεινό λείο  τσιμεντένιο πάτωμα, αραδιασμένα δεξιά και αριστερά τα  υφασμάτινα τσουβαλάκια με τις ξερές  φασόλες, τις φακές, τα ρεβύθια, το ρύζι και τις πατάτες. Η χαρακτηριστική έντονη  και ανάμεικτη μυρουδιά απ’ τα τουρσιά, τις παστές αντσούγιες και τους κολιούς, που έβγαινε απ’ τα ανοιχτά ντενεκεδένια κουτιά τους, σου έπαιρνε τη μύτη. Τη μυρουδιά αυτή  συμπλήρωναν μέσα στις ξύλινες συσκευασίες τους οι χρυσές ρέγκες  και ο παστοί  σε φιλέτα αλατισμένοι  μπακαλιάροι. Σε διάταξη και τα  ξύλινα καφάσια με τα  σπάνια και λιγοστά φρούτα της εποχής   (μανταρίνια, φιρίκια, μήλα κλπ). Ακόμα ‘ρχεται στη μύτη μου η έντονη και ευχάριστη μυρουδιά τους. Κατά την περίοδο δε των Χριστουγέννων, το σκηνικό στο τσιμεντένιο πάτωμα συμπλήρωναν τα τσουβαλάκια με τα καρύδια, τα φουντούκια, τα κάστανα και τα στραγάλια.

Δεξιά και αριστερά πάνω στους ασβεστωμένους τοίχους ήταν τα λιγοστά ξύλινα ράφια. Πάνω τους, με τάξη τοποθετημένα τα απορρυπαντικά σε σκόνη στις χάρτινες συσκευασίες τους, τα πράσινα μπουκάλια με τις χλωρίνες ΚΛΙΝΕΞ, οΙ πράσινες πλάκες του σαπουνιού. Να!  και οι ντενεκεδένιες κόκκινες  κονσέρβες με τους πελτέδες . Να ! και τα πακέτα με τα μακαρόνια. Στη μέση  του  αριστερού τοίχου, στην εσοχή του παραθυριού , υπήρχαν αραδιασμένες στη σειρά οι ψάθινες χειροποίητες σκούπες. Εκεί, τοποθετούσε ο κυρ Παναγιώτης και τα άδεια χαρτόκουτα ,που ήταν τότε περιζήτητα απ’ τις νοικοκυρές.

Στο βάθος δεξιά ήταν το χαρακτηριστικό  μπακάλικο παραδοσιακό  ψυγείο με την τζαμαρία .   Μέσα του, πάνω στα σχαρένια  ράφια του  φαίνονταν τα λαχταριστά μπαστούνια με το σαλάμι και τη μορταδέλα. Δίπλα  το κασέρι και ο ανοιγμένος ντενεκές με τη σαλαμούρα. Πιο πέρα τα μπουκάλια με την παγωμένη μπύρα, τη  ρετσίνα, τις γκαζόζες, τις πορτοκαλάδες και τις λεμονάδες του Αρσενικάκη.

Δίπλα απ’   το ψυγείο, περίπου στη μέση, ήταν και η παραδοσιακή  ζυγαριά με τα δράμια. Α, ναι!  Εκεί, θυμάμαι και την  παλιά μαύρη τηλεφωνική συσκευή, που εξυπηρετούσε και όλους τους γείτονες, μιας που  τηλέφωνο  τα χρόνια εκείνα δεν είχε ο κοσμάκης στα σπίτια του.

Στο βάθος αριστερά υπήρχε και ο ξύλινος πάγκος. Πάνω του ήταν αραδιασμένα  τα γυάλινα βάζα με τις  χύμα καραμέλες ραντεβού, τις  γλείφτρες και  τα ζαχαρωτά. Εκεί, ήταν και το ταμείο. Εκεί, πίσω απ’ τον ξύλινο αυτόν πάγκο, ο κυρ Παναγιώτης και η κυρα Τασία,  πάντα χαμογελαστοί, εξυπηρετούσαν  όλους τους πελάτες. Εκεί, στην καρέκλα του . καθισμένο, θυμάμαι τον κυρ Παναγιώτη να διαβάζει ατάραχος και γαλήνιος την εφημερίδα του (καπνίζοντας πότε – πότε  και κανένα τσιγαράκι). Θυμάμαι ακόμα, ότι πολλές φορές   εκεί στον πάγκο ανοίγονταν πολύωρες  συζητήσεις με πολιτικά ή και αθλητικά θέματα.

Πίσω απ’ το ψυγείο υπήρχε ένας τοίχος που χώριζε το μπακάλικο  σε δυο διαφορετικούς χώρους. Πάνω του  υπήρχαν τα ξύλινα  ραφάκια  με τα πακέτα των τσιγάρων, τα χάρτινα κουτάκια με τις ασπιρίνες και τα ΚΑΛΜΟΛ . Σε  καρφιά του τοίχου αυτού θυμάμαι κρεμασμένες και τις χάρτινες ταμπέλες με τα μπαχαρικά, τα καρφούδια  ,το πιπέρι ,το μοσχοκάρυδο  και τις  μαστίχες Χίου.

Θυμάμαι…,θυμάμαι…, κι άλλα πολλά, όπως πιστεύω ότι θα  θυμούνται και οι πιο πολλοί  που θα διαβάσουν το χρονογράφημά μου αυτό.

Θα ήταν βέβαια παράληψη, να μην αναφέρουμε και να θυμηθούμε ότι μετά απ’ τον κυρ Παναγιώτη  και την κυρα Τασία, το παντοπωλείο αυτό συνέχισε να λειτουργεί. Συνέχισε να εξυπηρετεί τους Αντρωνιάτες  για αρκετά ακόμη χρόνια.  Το ανέλαβαν ο αγαπητός σε όλους μας, αείμνηστος και αξέχαστος  Αντώνης  Κοντογιάννης με τη γλυκύτατη ,  συμπαθέστατη και αξιολάτρευτη γυναίκα του Ντίνα.

Μπορεί το κτίριο αυτό που στέγασε στο χώρο του το ΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟΝ  – ΑΝ. ΚΟΤΣΑΛΗ  σε λίγο  καιρό να μην υπάρχει. Μπορεί σε κάποια στιγμή να κατεδαφιστεί. Μπορεί στη θέση του να ξεπροβάλλει ένα άλλο, καινούριο οικοδόμημα. Μπορεί  σε λίγα χρόνια και η  φωτογραφία αυτή να  δείχνει  ένα κτίριο παλιό και ετοιμόρροπο που να ανήκει πια  στο παρελθόν.

Ένα όμως είναι  σίγουρο και βέβαιο: Πως   η εικόνα του θα είναι πάντα έντονα  αποτυπωμένη, χαραγμένη, καθαρή  και ανεξίτηλη, μέσα σ’ ένα χρυσό και πολύτιμο κάδρο του μυαλού μας, της σκέψης μας, της ψυχής  μας και της καρδιάς μας.

Μύρινα Γενάρης του 2024

Γιώργος Δημητρίου Σαββόγλου

 

 

Δείτε περισσότερα

Σχετικά Άρθρα

Back to top button