Στο τελευταίο βαγόνι
Στο τελευταίο βαγόνι
Επιμέλεια: Θόδωρος Δημητριάδης
Κάθε χρόνο οι γονείς του Μαρτίν τον πήγαιναν με το τραίνο στο χωριό στη γιαγιά του για τις καλοκαιρινές διακοπές και επέστρεφε με το ίδιο τρένο τέλος καλοκαιριού.
Μια μέρα το αγόρι είπε στους γονείς του:
“Είμαι ήδη μεγάλος. Μπορώ να πάω μόνος στο σπίτι της γιαγιάς μου; “
Μετά από μια σύντομη συζήτηση οι γονείς δέχτηκαν.
Πήγαν στο σιδηροδρομικό σταθμό, ήλθε το τραίνο, ανέβηκε ο Μαρτίν, ανέβηκε κι ο μπαμπάς μαζί του να το βοηθήσει με τη βαλίτσα.
Το τραίνο κοντεύει να φύγει και ο μπαμπάς τού ψιθύρισε στο αυτί:
“Γιε μου, αν νιώσεις άσχημα ή ανασφαλής, αυτό είναι για σένα!”.
Και του έβαλε κάτι στην τσέπη του.
Σε λίγο σφυρίζει το τραίνο, οι γονείς στέκονται στην αποβάθρα περιμένοντας το τραίνο να αναχωρήσει, αποχαιρετούν το γιο τους δίνοντας του μερικές τελευταίες συμβουλές έξω από το παράθυρο, ενώ ο Μαρτίν τους επαναλαμβάνει:
“Το ξέρω! Μου τα έχετε πει περισσότερες από χίλιες φορές”.
Τώρα ο Μαρτίν είναι καθισμένος στο κουπέ του τραίνου, μόνος όπως ήθελε, χωρίς τους γονείς του για πρώτη φορά.
Θαυμάζει το τοπίο από το παράθυρο, αλλά γύρω του ξένοι άνθρωποι τον σπρώχνουν και κάνουν πολύ θόρυβο, ενώ σε κάθε στάση άγνωστοι μπαίνουν και βγαίνουν από το βαγόνι. Ο ελεγκτής του τρένου κάνει κάποια σχόλια σχετικά με το γεγονός ότι το παιδί ο Μαρτίν είναι μόνο του χωρίς συνοδεία. Ένας άλλος επιβάτης τον κοιτάζει με λυπημένα μάτια.
Ο Μαρτίν αισθάνεται τώρα άσχημα, αρχίζει να φοβάται, δεν ξέρει τι να κάνει.
Σκύβει το κεφάλι του και δάκρυα αρχίζουν να κυλούν. Νιώθει φοβισμένος γεμάτος ανασφάλεια και απόγνωση.
Τότε θυμάται τον μπαμπά του, που τού έβαλε κάτι στην τσέπη. Με τρεμάμενα χέρια ψάχνει και βρίσκει ένα κομμάτι χαρτί που έγραφε:
“Γιε μου, είμαι στο τελευταίο βαγόνι!”.
Έτσι είναι η ζωή. Πρέπει να αφήσουμε τα παιδιά μας κάποτε να φύγουν πρέπει να τα εμπιστευτούμε, να πετάξουν με τα δικά τους φτερά.
Αλλά να είμαστε πάντα έτοιμοι να τα βοηθήσουμε αν χρειαστεί, αν φοβούνται ή αν βρουν εμπόδια και δεν ξέρουν τι να κάνουν.
Τα παιδιά πάντα χρειάζονται τους γονείς τους, να ξέρουν ότι είναι εκεί, διακριτικά στο τελευταίο βαγόνι!
(Κείμενο από τον Σωτήρη Καλκατζάκο)